56 σφαίρες για τους Ρασταφάρι… || Β’ Μέρος

Η κουλτούρα της κάνναβης είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την Τζαμάικα και τους Ρασταφάρι, πέρα όμως απ’ τις σχηματικές προσεγγίσεις των εμβλημάτων τόσο του φυτού όσο και του νησιού, κρύβεται ένας ολόκληρος κόσμος και η πλούσια σε μουσική και ιδέες ιστορία του. Ένας κόσμος που άλλοτε δείχνει τόσο συναισθηματικός κι άλλοτε τόσο κυνικός που ακόμη και οι ιστορικές αναφορές σε αυτόν συχνά θυμίζουν φιλμ νουάρ.

Στο πρώτο μέρος του αφιερώματος ο Λάμπρος Φάτσης* κάνει μια καταγραφή της αποικιοκρατικής ιστορίας του νησιού και της γέννησης του κινήματος του Ρασταφαριανισμού. Ξεκινώντας από τις 56 σφαίρες και την απόπειρα δολοφονίας του Μπομπ Μάρλεϋ, ξεδιπλώνει τις αφορμές για την συγκρότηση της ιδεολογίας του κινήματος.

Στο σημερινό, Δεύτερο Μέρος του Αφιερώματος, καταγράφεται η πολιτική βία που ταλάνισε το νησί τη δεκαετία του ’20 και του ’30, αλλά και η δράση του υπόκοσμου της Τζαμάικα και το αποτύπωμά της σε επίπεδο κουλτούρας και μουσικής.

Το αφιέρωμα διαβάζεται… όπως πρέπει με τη συνοδεία των ραδιοφωνικών εκπομπών του Λάμπρου Φάτση

Η άνοδος του Ρασταφαριανισµού συνέπεσε όχι µόνο µε τις ιδέες του Γκαρβεϊσµού για τη µόρφωση, τα δικαιώµατα και την πολιτική συνείδηση των κοινωνικά αδυνάµων, αλλά και µε ιστορικές συγκυρίες που ευνόησαν την πολιτική τους κινητοποίηση τόσο στην Τζαµάικα, όσο και στον υπόλοιπο κόσµο.

ΙV. Η Πολιτική Βία

Η παγκόσµια οικονοµική ύφεση του 1929 είχε δραµατικά αποτελέσµατα για την Τζαµάικα, όπου η ήδη αυξηµένη ανεργία επιδεινώθηκε λόγω των περιορισµών που επέβαλε η Αµερική µετά το «Μεγάλο Κραχ», απαγορεύοντας σε τζαµαϊκανούς µετανάστες την είσοδο στις HΠA, µε αποτέλεσµα η πρωτεύουσα Kίνγκστον να παραδίδεται συχνά σε µαζικές απεργίες, διαµαρτυρίες και αιµατηρές συγκρούσεις µε το αποικιοκρατικό καθεστώς, µε χαρακτηριστικό παράδειγµα την Εξέγερση του 1938 που οδήγησε και στη δηµιουργία των εργατικών σωµατείων, όπως το Bustamante Industrial Trade Union (BITU), που ονοµάστηκε έτσι προς τιµήν του µιγά ακτιβιστή Aλεξάντερ Mπουσταµάντε (Alexander Bustamante), του πρώτου πρωθυπουργού της ελεύθερης Tζαµάικας, ο οποίος συνέβαλε στην ίδρυσή του.

Ο Aλεξάντερ Mπουσταµάντε (Alexander Bustamante), ο πρώτος πρωθυπουργός της ελεύθερης Tζαµάικας εν μέσω πολιτών.

Φωτογραφία από την 1η επέτειο της ίδρυσης του εργατικού σωματείου Bustamante Industrial Trade Union (BITU), που ονοµάστηκε έτσι προς τιµήν του µιγά ακτιβιστή Aλεξάντερ Mπουσταµάντε (ο κύριος με το παπιγιόν κάτω από τη σημαία)

Την ίδια περίπου περίοδο συγκροτείται και το σοσιαλιστικό People’s National Party (PNP) (Εθνικό Λαϊκό Κόµµα, ΕΛΚ) υπό την ηγεσία του µιγά δικηγόρου Nόρµαν Mάνλεϊ (Norman Manley), και κάπως έτσι «γεννιέται» και το πολιτικό σύστηµα του νησιού µε το ΕΛΚ να ανταγωνίζεται το εργατικό, πλην όµως συντηρητικό, Jamaican Labour Party (JLP) (Εργατικό Κόµµα της Τζαµάικας, ΕΚΤ) που ίδρυσε ο Mπουσταµάντε ως το πολιτικό σκέλος του συνδικάτου BITU.

Το 1944, το Βρετανικό Στέµµα δίνει στους τζαµαϊκανούς υπηκόους του δικαίωµα ψήφου, και το ΕΚΤ κερδίζει τις εκλογές του 1944 και του 1949, ενώ το 1955 και το 1959 η εξουσία περιέρχεται στα χέρια του ΕΛΚ µέχρι το δηµοψήφισµα για την ανεξαρτησία της Τζαµάικας το 1961. Το ΕΚΤ τάσσεται υπέρ της ανεξαρτησίας, κερδίζει τις εκλογές του 1962, και την ίδια χρονιά η Τζαµάικα γίνεται ανεξάρτητο κράτος.

Η ευφορία της ανεξαρτησίας, όµως, δεν διήρκεσε πολύ, αφού η ανεργία εξακολουθούσε να αυξάνεται και το χάσµα µεταξύ των κοινωνικών τάξεων να διευρύνεται, ενισχύοντας έτσι την αντιπαλότητα µεταξύ των δύο κοµµατικών µονόλιθων και των υποστηρικτών τους.

Ήδη από το 1970 η ατµόσφαιρα αρχίζει ν’ αλλάζει ριζικά θυµίζοντας την πλοκή φιλµ νουάρ. Η πολιτική αντιπαράθεση µεταξύ ΕΛΚ και ΕΚΤ λαµβάνει εµφυλιοπολεµικές διαστάσεις, αναγκάζοντας πολλούς Τζαµαϊκανούς να µεταναστεύσουν µε κύριο προορισµό τις HΠA, που σύντοµα, το 1972, θα επέµβουν στα εσωτερικά της γειτονικής χώρας εξαιτίας της ανησυχίας τους για την εκλογική επιτυχία του Mάικλ Mάνλεϊ, γιου του Nόρµαν Mάνλεϊ, και τις στενές του σχέσεις µε τον Φιντέλ Kάστρο.

H ανάµνηση από την Κρίση των Πυραύλων της Κούβας ήταν ακόµα νωπή, ενώ η παράνοια του Ψυχρού Πολέµου θέριευε ωθώντας τις HΠA να καταπνίξουν την όποια υποψία κοµµουνιστικών/σοσιαλιστικών κινηµάτων στην «αυλή» τους µε τακτικές πολιτικής και οικονοµικής αποσταθεροποίησης που θύµιζαν αντίστοιχες επεµβάσεις στη Γουιάνα, τη Νικαράγουα και τη Χιλή.

Χαρακτηριστικά δείγματα της κουλτούρας των μουσικών και των DJ’s και αυτά του Dennis Alcapone

Το ψευδώνυμο του μουσικού, χαρακτηριστικό της κουλτούρας που επικράτησε στο νησί και απλώθηκε στη μουσική του.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Ο αμερικανικός Τύπος δυσφημεί τη Τζαμάικα, το ΔΝΤ υποβαθμίζει το νόμισμά της και η CIA εφοδιάζει με όπλα τις πολιτικές παρατάξεις της χώρας

Ο αµερικανικός Τύπος έβριθε από δυσφηµιστικά άρθρα για την Τζαµάικα, αποθαρρύνοντας έτσι τους τουρίστες, το ∆ιεθνές Νοµισµατικό Ταµείο υποβάθµισε το νόµισµα της χώρας σε µια περίοδο ανάρρωσης από την πετρελαϊκή κρίση του 1973 και η Σι Άι Έι εφοδίασε τα αντίπαλα πολιτικά στρατόπεδα µε όπλα που ξεπερνούσαν σε ισχύ τον αµυντικό εξοπλισµό της χώρας.

Μέσα σ’ αυτό το κλίµα, οι κοµµατικοί στρατοί ήταν πλέον πλήρως εφοδιασµένοι για ένοπλες αναµετρήσεις που κορυφώθηκαν το 1976, όταν τέθηκε σε εφαρµογή το καθεστώς έκτακτης ανάγκης στην Τζαµάικα, και, παρά τη µικρή ειρηνική παρένθεση του 1978, δύο χρόνια µετά, το 1980, 750 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στις ένοπλες συγκρούσεις που συνόδεψαν τις εκλογές τις οποίες κέρδισε το ΕΚΤ υπό την ηγεσία του Έντουαρντ Σίγκα (Edward Seaga).

V. Ο «υπόκοσµος» της Τζαµάικας

Οι πολιτικές αντιπαραθέσεις µεταξύ του Mάικλ Mάνλεϊ (ΕΛΚ) και του Έντουαρντ Σίγκα (ΕΚΤ), εκτός από τα αναρίθµητα τραύµατα που δηµιούργησαν στη χώρα, εξέθρεψαν και πολιτικές συµµορίες που λειτουργούσαν ως πιόνια των κοµµάτων, µετατρέποντας ολόκληρες περιοχές του ∆υτικού Kίνγκστον σε απαγορευµένες ζώνες για τους υποστηρικτές του αντίπαλου κόµµατος.

Τα τρία τετράγωνα δυτικά της Γκολντ Στριτ στο κεντρικό Kίνγκστον «ανήκαν» στο ΕΛΚ, ενώ τα τρία τετράγωνα ανατολικά της ίδιας οδού «ελέγχονταν» από το ΕΚΤ

Ο Έντουαρντ Σίγκα µάλιστα επένδυσε καιροσκοπικά και στην ανέγερση εργατικών κατοικιών, σχολείων και κέντρων υγείας, όπως τα Tίβολι Γκάρντενς, αναβαθµίζοντας περιοχές που έµοιαζαν µε χωµατερές λόγω της εξαθλίωσής τους [3].

O Σίγκα , o κατά τους Ρασταφαριανούς Blind’ga, ή CIA’ga

O Mάικλ Mάνλεϊ, τον οποίο oι Ρασταφαριανοί αποκαλούσαν Man’low ή Man’lai

 

 

 

 

 

 

 

 

Oι οπορτουνιστικές αυτές πρωτοβουλίες του Σίγκα συνέβαλαν στη συγκρότηση αντίπαλων κοµµατικών στρατοπέδων δικαιώνοντας τη σκληρή κριτική των Ρασταφαριανών που χαρακτήριζαν τον µεν Σίγκα Blind’ga, ή CIA’ga, παίζοντας µε τις λέξεις see («βλέπω») και blind («τυφλός»), όπως επίσης και µε τα αρχικά της Σι Άι Έι για να τον κατηγορήσουν ως «πράκτορα» των HΠA.

Η κριτική τους επεκτάθηκε και στον Mάικλ Mάνλεϊ, τον οποίο αποκαλούσαν Man’low ή Man’lai, κατηγορώντας τον για υποχθόνιες (low) πρακτικές και για ανειλικρίνεια (lai = lie: ψεύδος).

Οι περισσότεροι ρασταφαριανοί, βέβαια, ζούσαν µακριά από το κέντρο της πόλης και είχαν την «πολυτέλεια» της κριτικής, σε αντίθεση µε τους κοινωνικά αποκλεισµένους νέους που στρατολογούνταν ως ένοπλοι φρουροί των δύο κοµµάτων. Οι ένοπλοι αυτοί νέοι, που εξυπηρετούσαν τα συµφέροντα της µιας ή της άλλης πλευράς, αποτελούν και τους κεντρικούς χαρακτήρες του µυθιστορήµατος του Mάρλον Tζέιµς, όπως θα διαπιστώσει ο αναγνώστης.

.

Βίντεο κλιπ με αποσπάσματα από την ταινία του Πέρι Xένζελ, The Harder They Come, που θα μπορούσε κάλλιστα να θεωρηθεί και ντοκουµέντο για την κουλτούρα του υποκόσµου του νησιού.

Η ιστορία του τζαµαϊκανικού «υπoκόσµου», όµως, δεν ξεκινά το ’70 και το ’80, αλλά πηγάζει από τη µακρά ιστορία του νησιού µε ένοπλα «κακά παιδιά» (rude boys), που ήδη από τη δεκαετία του ’60 αναζητούσαν ταυτότητα και αντλούσαν αυτοσεβασµό µέσα από το έγκληµα και την κινηµατογραφική του αίγλη.

 

∆εν είναι άλλωστε τυχαίο που το ντύσιµό τους δανειζόταν από τους γκαγκστερικούς ήρωες του αµερικανικού κινηµατογράφου της εποχής, καθώς και από τους πρωταγωνιστές των σπαγκέτι γουέστερν και των ταινιών δράσης

Μια µατιά στους χαρακτήρες του βιβλίου* αρκεί για να θυµηθεί ο αναγνώστης ταινίες όπως τον Νονό και το Άγρια Συµµορία (Wild Bunch), ή χαρακτήρες όπως τον Σηµαδεµένο (Scarface) του Aλ Πατσίνο, τον επιθεωρητή Kάλαχαν (Dirty Harry-Bρόµικος Xάρι) και τον Tζόζι Γουέιλς (Josey Wales-Eκδικητής εκτός Nόµου) του Kλιντ Ίστγουντ, τoν Tζάνγκο (Django Tζάνγκο O τροµοκράτης του Πάσο Nτόµπλε) του Φράνκο Nέρο και τον Pάµπο του Σιλβέστερ Σταλόνε.

Το ίδιο ισχύει και για πολλούς τζαµαϊκανούς µουσικούς, που επίσης δανείζονταν τα καλλιτεχνικά τους ονόµατα από κινηµατογραφικούς ήρωες ή αστέρες (Kλιντ Ίστγουντ, Λόουν Pέιντζερ, Nτίλιντζερ), και από πλήθος άλλους «Ταγµατάρχες» (Major), «Στρατηγούς» (General), «Ναυάρχους» (Admiral) και «Ταξίαρχους» (Brigadier).

Χαρακτηριστικό δείγµα των παραπάνω µας δίνει η ταινία του Πέρι Xένζελ, The Harder They Come, µε πρωταγωνιστή τον τραγουδιστή Tζίµι Kλιφ στον ρόλο του θρυλικού γκάνγκστερ της δεκαετίας του ’50 Bίνσεντ Iβανόι Mάρτιν, γνωστού και ως «Pάιγκιν», όπως επίσης και µε το ψευδώνυµο «Εξολοθρευτής µε τα δύο πιστόλια».

Εκτός από κινηµατογραφική επιτυχία, η ταινία του Xένζελ θα µπορούσε κάλλιστα να θεωρηθεί και ντοκουµέντο για την κουλτούρα του υποκόσµου του νησιού, αφού αποτυπώνει όχι µόνο τη βία, αλλά και την καθηµερινή ζωή σε συνθήκες κοινωνικού αποκλεισµού µε µοναδική διέξοδο των νέων Tζαµαϊκανών την παρανοµία και το έγκληµα ή τη µουσική, κάτι που ο Tζίµι Kλιφ απέδωσε µε πιστότητα και άνεση τόσο ως ηθοποιός όσο και ως µουσικός.

Το σάουντρακ της ταινίας άλλωστε θεωρείται κλασικό άλµπουµ για τους φίλους της τζαµαϊκάνικης µουσικής µε κοµµάτια που αποτυπώνουν πλήρως την κουλτούρα του υποκόσµου της Tζαµάικας, όπως το «Johnny Too Bad» των Slickers, το «007 (Shanty Town)», του Nτέσµοντ Nτέκερ, και, φυσικά, το «The Harder They Come», του Tζίµι Kλιφ.

Παραπομπές

3. Στο µυθιστόρηµα του Mάρλον Tζέιµς τα Tivoli Gardens αντιστοιχούν στο, επινοηµένο από τον συγγραφέα γκέτο, «Copenhagen City».
4. Χαρακτηριστικά παραδείγµατα τεχνικών αποτελούν o King Tubby, o Errol Thompson, o Lee ‘Scratch’ Perry, ο Scientist, ο King Jammy και ο Sylvan Morris, ενώ παραγωγοί όπως ο Clement ‘Coxsone’ Dodd, ο Duke Reid, ο Clive Chin, η Sonia Pottinger, ο Joe Gibbs, ο Bunny ‘Striker’ Lee, οι αδελφοί Hookim και ο Henry ‘Junjo’ Lawes έδωσαν νέα πνοή στη µουσική κουλτούρα του νησιού µε τα στούντιο και τις δισκογραφικές ετικέτες τους (Studio One, Treasure Isle, Randy’s, Gay Feet/High Note, Gibbs, Jack Pot, Channel One, Volcano/Greensleeves). Μερικοί από τους πρώτους ντι τζέι που µεσουράνησαν µέχρι τη δεκαετία του 1970 ήταν ο Count Machuki, o King Stitt, o U Roy και o Dennis Al Capone.

* O Λάµπρος Φάτσης είναι λέκτορας Κοινωνιολογίας και Εγκληµατολογίας στο University of Southampton. Είναι επίσης γνωστός ως αφοσιωµένος δισκωρύχος και δισκοθέτης (ρέγκε selector) µε το ψευδώνυµο Boulevard Soundsystem. Από το 2010 µέχρι το 2014 παρουσίαζε τις ραδιοφωνικές εκποµπές «Dub le Bubble» και «At Home with Boulevard Soundsystem» στο radiobubble.gr, αφιερωµένες στην ιστορία και την εξέλιξη της τζαµαϊκάνικης µουσικής, και έχει συνεργαστεί µε πολλά εγχώρια και παγκόσµια ονόµατα της ρέγκε όπως: Anna Mystic, Blend Mishkin, Brother Culture, Champian (Tighten Up), MC Trooper, MC Ishu, Serocee, Roots Garden Soundsystem (Roots Garden Records), Richie Phoe, και DJ Cut La Vis (Nice Up Records).

Το κείμενο του Λάμπρου Φάτση που διαβάζετε αποτελεί την εισαγωγή του βιβλίου και δημοσιεύεται πρώτη φορά στο διαδίκτυο στο Cannabis News -με την άδεια του συγγραφέα και του εκδοτικού οίκου.