Κάνναβη και ψυχική εξάρτηση || Μύθοι και πραγματικότητα

Στο πρώτο άρθρο του στο Cannabis News, ο Αναστάσιος Ράπτης*  εξέτασε τη σχέση της κάνναβης με τη σωματική εξάρτηση, στο δεύτερο άρθρο του εξετάζεται η σχέση του φυτού με την πρόκληση ψυχικής εξάρτησης.

Η επιχειρηματολογία, και πολύ περισσότερο η προπαγάνδα, γύρω από «την εξαρτησιογόνο δράση της κάνναβης» βασίλεψαν στο δημόσιο λόγο τις τελευταίες δεκαετίες, αν και το φυτό ζει και χρησιμοποιείται από τον άνθρωπο εδώ και χιλιετίες. Γύρω από το μύθο και την πραγματικότητα «της επικίνδυνης κάνναβης» σπανίως συγκρούονται επιστημονικές απόψεις, συνήθως προκαταλήψεις και ηθικολογίες κυριαρχούν στην πολιτική αντιπαράθεση. Μακριά όμως από τις άναρθρες ιαχές, υπάρχει και η επιστημονική τεκμηρίωση:

Ο κ. Ράπτης είναι ψυχολόγος του οποίου το ερευνητικό ενδιαφέρον εστιάζεται στην προβληματική χρήση παράνομων ψυχοτρόπων ουσιών, το παρακάτω άρθρο του μας βοηθάει στην κατανόηση… του κενού μεταξύ της επιστημονικής τεκμηρίωσης και της προπαγάνδας.

Κάνναβη και ψυχική εξάρτηση

Ο όρος εξάρτηση εκτός από τον παράγοντα της ιατροκεντρικής αντίληψης, περιλαμβάνει και άλλες συνιστώσες, όπως την ψυχολογική. Υπάρχουν επιστήμονες οι οποίοι υποστηρίζουν την έννοια της ψυχολογικής εξάρτησης και βασίζουν πάνω σε αυτή πληθώρα θεωριών, ενώ άλλοι θεωρούν ότι ο όρος ψυχική εξάρτηση αποτελεί μια υποκειμενική κατάσταση που ούτε ποσοτικοποιείται, ούτε μπορεί να οριστεί με αντικειμενικά κριτήρια και ουσιαστικά αποτελεί μια κατασκευή.

Ο ορισμός που δίνεται για την ψυχική εξάρτηση αφορά στην επιθυμία ή τάση για επανάληψη, κάθε δραστηριότητας που προκαλεί χαρά, ευχαρίστηση ή ικανοποίηση (Roques, 2001). Η ψυχολογική ή ψυχική εξάρτηση έχει ορισμένα χαρακτηριστικά γνωρίσματα, τα σπουδαιότερα από τα οποία είναι (Μαρσέλος, 1997, σελ. 21):

  1. Επιθυμία συνεχούς χρήσης ή κατάχρησης του φαρμάκου, που μπορεί να γίνεται και κατά διαλείμματα, με την έννοια της περιστασιακής κατάχρησης.
  2. Απουσία ή μικρή τάση για αύξηση της δόσης.
  3. Ψυχική μόνο εξάρτηση από κάποια ευχάριστη ενέργεια της φαρμακευτικής ουσίας.
  4. Δυσάρεστα επακόλουθα, αν υπάρχουν, αφορούν κυρίως το χρήστη.

Η αξιολόγηση των ουσιών γίνεται και σύμφωνα με την ικανότητά τους να δημιουργήσουν ψυχική εξάρτηση. Η συντριπτική πλειοψηφία των καταναλωτών κάνναβης την χρησιμοποιούν περιστασιακά και χωρίς δυσκολίες μπορούν να διακόψουν την χρήση της οριστικά, και μόνο ένα μικρό ποσοστό αντιμετωπίζει προβλήματα στην προσπάθεια διακοπής της χρήσης (Roques, 2001). Πιο συγκεκριμένα η ίδια πηγή αναφέρει ότι το 10% μεταξύ των ατόμων με υπερβολική κατανάλωση εξαρτώνται ψυχικά από την κάνναβη, ενώ το ποσοστό αυτό εμφανίζεται μικρότερο του 2% συνολικά στον πληθυσμό καταναλωτών κάνναβης. Συμπληρώνεται ότι το ποσοστό αυτό είναι πολύ μικρότερο συγκριτικά με την υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ ή καπνού (Roques, 2001).

Η συντριπτική πλειοψηφία καταναλωτών κάνναβης τη χρησιμοποιούν περιστασιακά και χωρίς δυσκολίες μπορούν να διακόψουν την χρήση της οριστικά

Σύμφωνα με Μαρσέλο (1997), τα ήπια συμπτώματα που αναφέρονται ως στερητικό σύνδρομο παραπέμπουν σε ψυχολογική εξάρτηση παρά σωματική, συμπληρώνοντας βέβαια ότι « η εγκατάσταση ψυχολογικής εξάρτησης, εκτός από την φαρμακολογική ενέργεια της κάνναβης, επηρεάζεται από την δόμηση της προσωπικότητας του ατόμου και από τον κοινωνικό περίγυρο μέσα στον οποίο γίνεται κάθε φορά η χρήση » (Μαρσέλος, 1997, σελ. 157).

Διαβάστε επίσης: Κάνναβη και εξάρτηση || Η σωματική εξάρτηση

Η ψυχική εξάρτηση στην περίπτωση της κάνναβης, από φαρμακολογικής άποψης χαρακτηρίζεται ως μέτρια, όπως και της καφεΐνης, αντίθετα με άλλες ουσίες. Στον πίνακα 2 παρουσιάζεται μια σύγκριση μεταξύ κάποιων ουσιών για πιο ολοκληρωμένη κατανόηση. Η ψυχική στέρηση που ίσως να εκδηλωθεί από την διακοπή της χρήσης είναι πολύ μικρότερη από αυτήν της Νικοτίνης,.

Η Καναδική Κρατική Επιτροπή, διαχωρίζει την κάνναβη από άλλες ουσίες (οπιούχα, βαρβιτουρικά, οινοπνευματώδη, καπνό) ως προς την αίσθηση του ανικανοποίητου και την βιασύνη που χαρακτηρίζουν την εξάρτηση, καθώς αυτά δεν παρατηρούνται στην περίπτωση της κάνναβης (Οικονομόπουλος, 2014).

Πίνακας 2. ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΚΥΡΙΟΤΕΡΩΝ ΕΞΑΡΤΗΣΙΟΓΟΝΩΝ ΟΥΣΙΩΝ

ΨΥΧΟΛΟΠΚΗ ΕΞΑΡΤΗΣΗ

ΦΥΣΙΚΗ ΕΞΑΡΤΗΣΗ

ΣΥΝΔΡΟΜΟ

ΣΤΕΡΗΣΗΣ

ΑΝΤΟΧΗ

Οπιούχα

Πολλή ισχυρή

Αναπτύσσεται

γρήγορα

Ισχυρή και

πρώιμη

Επιταχύνεται με

την αύξηση των

δόσεων

Δριμύ

Σπανίως οδηγεί

στο θάνατο

Σημαντική

Διασταυρούμενη

Κατασταλτικά

Ισχυρή

Αναπτύσσεται

αργά

Ισχυρή

Αναπτύσσεται

αργά

Δριμύτατο

Συχνά οδηγεί

στο θάνατο

Ατελής

Διασταυρούμενη

Αμφεταμίνες

Ισχυρή

Αμφισβητούμενη

Αμφισβητούμενο

Ατελής

Διασταυρούμενη

Κοκαΐνη

Ισχυρή

‘0χι

‘0χι

Όχι

Καφεΐνη

Μέτρια

Αμφισβητούμενη

Αμφισβητούμενο

Ασήμαντη

Νικοτίνη

Ισχυρή

Αμφισβητούμενη

Αμφισβητούμενο

Ατελής

Κανναβινοειδή

Μέτρια

‘0χι

‘0χι

Αμφισβητούμενη

LSD

Ισχυρή

‘0χι

‘0χι

Μέτρια

Εισπνεόμενα

Ισχυρή

‘0χι

‘0χι

Μέτρια

Πηγή : Εξαρτησιογόνες Ουσίες, Μάριος Μαρσέλος, 1997.

Η χρήση κάνναβης προκαλεί προσωρινή αλλαγή στην διάθεση, αντίληψη, σκέψη και στο συναίσθημα (Zimmer & Morgan, 2005), δημιουργώντας μια αίσθηση ελαφριάς ευφορίας και χαλάρωσης, οξυμένη οπτική και ακουστική ικανότητα (Roques, 2001). Αν και η πλειοψηφία των χρηστών βρίσκει αυτές τις αλλαγές ως θετικές, υπάρχουν και περιπτώσεις όπου αναφέρονται αρνητικές ψυχολογικές αντιδράσεις.

Βιβλιογραφικά έχουν αναφερθεί συμπτώματα όπως έντονα συναισθήματα απώλειας ελέγχου, άγχος, φόβος, ακόμα και παρανοϊκή σκέψη. Πιο πολλές πιθανότητες εμφάνισης τέτοιων συμπτωμάτων εντοπίζονται σε άπειρους χρήστες, οι οποίοι κατανάλωσαν μεγάλες δόσεις σε μη κατάλληλες περιβαλλοντικές συνθήκες, καθώς και σε ανθρώπους με ψυχικές διαταραχές. Συνήθως, τέτοιες περιπτώσεις ανθρώπων δεν συνεχίζουν την χρήση (Zimmer & Morgan, 2005).

Πιο σοβαρή βραχυπρόθεσμη ψυχολογική επίδραση είναι η ¨τοξική ψύχωση¨. Η ¨τοξική ψύχωση¨ είναι παροδική τοξίνωση, περιορισμένης έκτασης, η οποία εμφανίζεται σπάνια. Μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης παρατηρείται στα άτομα με ιστορικό ψυχικών διαταραχών, αλλά υπάρχουν και αναφορές σε χώρες όπου συνηθίζεται η κατανάλωση από του στόματος μεγάλων ποσοτήτων (Zimmer & Morgan, 2005; Arnao, 1982). Αφορά σε εκδηλώσεις συμπεριφορών ψυχωσικού τύπου που μπορεί να πυροδοτήσει η κατάχρηση κάνναβης (όπως και άλλων ουσιών) σε άτομα με ψυχοπαθολογική προδιάθεση.

Άνθρωποι, δηλαδή, η δόμηση της προσωπικότητας των οποίων απαρτίζεται από προδιαθεσικούς παράγοντες ψύχωσης σε υποκλινικό επίπεδο είναι πιθανό να παρουσιάσουν «την τυπική εικόνα ψυχωσικής αντίδρασης με προεξάρχοντα στοιχεία τον πανικό, την παράνοια, τις ψευδαισθήσεις, την υπερβολική ανησυχία και τις μανιοκαταθλιπτικές εκδηλώσεις.» (Μαρσέλος, 1997, σελ. 154). Είναι σημαντικό σε αυτές τις περιπτώσεις να αποφεύγεται η χρήση της εν λόγω ουσίας.

Από την βιβλιογραφική έρευνα το φυτοκανναβινοειδές το οποίο φαίνεται να παίζει ρόλο στην ¨πυροδότηση¨ τέτοιων ψυχωσικών αντιδράσεων (χωρίς βέβαια να είναι ο αιτιολογικός παράγοντας) είναι η Δ9-τετραϋδροκανναβινόλη Δ9-THC. Είναι απαραίτητο, όπως προαναφέρθηκε, να έχουμε πάντα υπόψη ότι το φυτό της κάνναβης περιέχει τουλάχιστον 88 φυτοκανναβινοειδή, τα οποία έχουν και διαφορετικές επιδράσεις στην ψυχική σφαίρα. «π.χ… η THC είναι κάποιες φορές αγχογενής, ενώ η Κανναβιδιόλη (CBD) είναι πάντα αγχολυτική» (Οικονομόπουλος, 2014, σελ. 160).

Στο σημείο αυτό είναι σημαντικό να δοθούν κάποιες πληροφορίες σχετικά με την ποσότητα και τον τρόπο λήψης της κάνναβης, παράγοντες που παίζουν σημαντικό ρόλο στην επίδραση της ουσίας. Ας μην ξεχνάμε την ρήση του Παράκελσου «η δόση κάνει το φάρμακο, δηλητήριο».

Η λήψη από το στόμα (κατάποση), καθαρής THC, χασίς ή φαγητό στο οποίο περιέχεται μαριχουάνα, αυξάνει τις πιθανότητες εκδήλωσης των ανωτέρω συμπτωμάτων. Αυτό συμβαίνει γιατί καταναλώνονται μεγάλες δόσεις THC. Από βιολογικής άποψης ερμηνεύεται με την παραγωγή της 11-hydroxy-THC από το συκώτι καθώς μεταβολίζει την THC. Η 11-hydroxy-THC έχει ψυχοτρόπο δράση, αλλά με το κάπνισμα είναι σε πολύ χαμηλά επίπεδα και δεν ασκεί ανάλογη δράση.

Εκτός από την δοσολογία, τον τρόπο χρήσης και βεβαίως την ποιότητα και την μορφή της ουσίας, σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση των συμπτωμάτων που προαναφέρθηκαν (είδος κρίσης πανικού), σημαντικό ρόλο παίζουν η κουλτούρα, το περιβάλλον και οι προσωπικές προδιαθέσεις και αδυναμίες του χρήστη.

Η υποβολή είναι μια σημαντική παράμετρος στην χρήση κάνναβης, την οποία υπογραμμίζουν έρευνες, στις οποίες δόθηκε στα υποκείμενα placebo ή μια λίστα με πιθανές παρενέργειές της (Zimmer & Morgan, 2005). Άλλωστε, γενικότερα το αποτέλεσμα της κάνναβης εξαρτάται από το εάν το άτομο έχει προηγούμενη εμπειρία με κάνναβη, εάν έχει κάνει ταυτόχρονη χρήση άλλων ουσιών, από το σε set, δηλαδή την υποκειμενική του κατάσταση (προσδοκίες ατόμου, στάση του απέναντι στην εν λόγω ουσία), αλλά και το setting (περιβάλλον χρήσης- χώρος, συντροφιά, μορφή κοινωνίας και επίπεδο μόρφωσης) (Οικονομόπουλος, 2014; Arnao, 1982).

το αποτέλεσμα εξαρτάται από το εάν το άτομο έχει προηγούμενη εμπειρία με την κάνναβη, εάν έχει κάνει ταυτόχρονη χρήση άλλων ουσιών, αλλά και την υποκειμενική του κατάσταση, το περιβάλλον χρήσης, το χώρο, τη συντροφιά, το επίπεδο μόρφωσης…

Frontal lobe – Human brain in x-ray view

Από αυτό γίνεται κατανοητό ότι δεν είναι δεδομένο ότι με μια μικρή δόση είναι βέβαιο ότι αποκλείουμε την περίπτωση εκδήλωσης των συμπτωμάτων ή ότι μια μεγάλη δόση αναπόφευκτα οδηγεί στην εμφάνιση κρίσης πανικού (Zimmer & Morgan, 2005). Η κάνναβη είναι μια ψυχοδηλωτική ουσία. Αυτό που έχεις «δηλώνεται» με μεγεθυντικό φακό. Καμία ουσία δεν είναι ακίνδυνη τελείως και η κατάχρησή της καθορίζει το επίπεδο της βλαπτικότητας. Η κάνναβη δεν είναι τοξική και είναι αποδεδειγμένα λιγότερο βλαβερή από το καπνό και το αλκοόλ.

Συνοψίζοντας, οι παρενέργειες της χρήσης κάνναβης σε σωματικό επίπεδο είναι η ταχυκαρδία κατά την αρχική φάση, η ορθοστατική υπόταση (Οικονομόπουλος, 2014) η ξηροστομία, η αύξηση της όρεξης και η ένεση των επιπεφυκότων (κοκκίνισμα των ματιών) (Μάνος, 1997).

Η κάνναβη δεν προκαλεί σωματική εξάρτηση, σύνδρομο στέρησης και ανοχή

«Ο οργανισμός δεν φαίνεται να εθίζεται, εις αυτό (χασίς) διότι η δόσις αυτού δεν χρειάζεται να αυξηθεί. Ούτε σωματική εξάρτησις παρατηρείται οία επί των τοξικομανιογόνων φαρμάκων, ήτοι δεν παρατηρείται Σύνδρομον Στερήσεως.» (Γ. ΛΟΓΑΡΑΣ, καθηγητής φαρμακολογίας (ψυχότροπα και ψυχοφαρμακολογία, 1971, όπως αναφέρεται από Οικονομόπουλο, 2014).

«Η μακροχρόνια λήψη κανναβινοειδών δεν έχει συσχετιστεί με την εγκατάσταση σωματικής εξάρτησης, όπως συμβαίνει με τα οπιούχα, τα βαρβιτουρικά και το οινόπνευμα» (Μαρσέλος, 1997, σελ.157). Σε ψυχολογικό επίπεδο, αναφέρονται η υπνηλία, «ξέχασμα», (Οικονομόπουλος, 2014), υποκειμενική επίταση των αισθήσεων, αίσθηση επιβράδυνσης της ροής του χρόνου, ευφορία, αίσθηση ευεξίας και χαλάρωσης (Μάνος, 1997), ενώ ένα μικρό ποσοστό εμφανίζει ψυχολογική εξάρτηση όπου τόσο το ποσοστό, όσο και η μορφή της εξάρτησης είναι εξαιρετικά ήπια (Zimmer & Morgan, 1997) και μικρής χρονικής διάρκειας συγκριτικά με άλλες ουσίες (νόμιμες και παράνομες).

Οι δυσάρεστες παρενέργειες, που κατά κανόνα παρατηρούνται σε μικρό ποσοστό και οφείλονται στην άγνοια, συνίστανται σε άγχος ή πανικό από την αλλαγή της συνείδησης. Είναι εξαρτώμενα από την ισχύ (THC) του προϊόντος, την πείρα και την ψυχική κατάσταση του χρήστη, ενώ παρέρχονται συνήθως μετά από 3-4 ώρες.

Υ.Γ. Το γεγονός ότι ολοένα και σε περισσότερες χώρες τροποποιείται η πολιτική της απαγόρευσης ως προς το φυτό της κάνναβης δίνει την δυνατότητα στην σύγχρονη έρευνα να ξεπεράσει πολλά εμπόδια των πολιτικών καταστολής, τα οποία σε πολλές περιπτώσεις δεν επέτρεπαν πρακτικά την αξιόπιστη και έγκυρη μελέτη. Είναι σημαντική η έρευνα όχι μόνο κάθε φυτοκανναβινοειδούς ξεχωριστά αλλά και ως προς το σύνολο τους, μιας και η κλινική εμπειρία δείχνει ότι σε πολλές περιπτώσεις η αλληλοδεσμευτική δράση τους έχει διαφορετικά αποτελέσματα. Έτσι θα μπορέσουμε να διαμορφώσουμε μια πιο σφαιρική και ξεκάθαρη οπτική για τα οφέλη του εν λόγω φυτού μακριά από προκαταλήψεις.

*Ο Αναστάσιος Ράπτης είναι Ψυχολόγος, απόφοιτος του Πάντειου Πανεπιστήμιου, ενώ κατέχει Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Κλινικής Ψυχολογίας (Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών). Μέρος των ερευνητικών του ενδιαφερόντων αφορούν στην προβληματική χρήση παράνομων ψυχοτρόπων ουσιών. Συμμετέχει ενεργά τα τελευταία 15 έτη στην λειτουργία του Ελευθεριακού Συνδέσμου Απεξάρτησης (ΕΛΕΥ.ΣΥΝ.Α.), ομάδα απεξάρτησης και επανένταξης ατόμων με προβλήματα χρήσης παράνομων ψυχοτρόπων ουσιών (ναρκωτικών). Στα πλαίσια της ειδίκευσης στην Κλινική Ψυχολογία, υλοποίησε την πρακτική του άσκηση στην Α’ Ψυχιατρική Κλινική του Αιγινητείου Νοσοκομείου του Ε.Κ.Π.Α. και στην Μονάδα Νέων/ Εφήβων «ΑΤΡΑΠΟΣ» του ΟΚΑΝΑ. Κατά την διάρκεια εκπαίδευσής του, παρακολούθησε σημαντικό αριθμό συνεδρίων και εκπαιδευτικών προγραμμάτων για την ολοένα και πιο ολοκληρωμένη κατανόηση των υπό μελέτη ζητημάτων και την απαρτίωση του θεωρητικού του υποβάθρου. Τέλος, είναι άμισθος εξωτερικός συνεργάτης του Εργαστηρίου Πειραματικής και Εφαρμοσμένης Ανάλυσης της Συμπεριφοράς.

Πηγές

  • American Psychiatric Association:Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders – 5th Edition [DSM-5], Διαγνωστικά κριτήρια, Μετάφραση-Επιμέλεια: Γκοτζαμάνης Κ. Ιατρικές Εκδόσεις Λίτσας, Αθήνα, 2015
  • Arnao G., Το Απαγορευμένο χόρτο. Νεα Σύνορα, Αθήνα, 1982
  • Hall Wayne, Degenhardt Louisa, Lynskey Michael (2001). The health and psychological effects of cannabis use. Monograph Series No. 44
  • Hall, W. (2009). The adverse health effects of cannabis use: What are they, and what are their implications for policy?. International Journal of Drug Policy, 20, 458-466.
  • Joy, J. E., Watson Jr, S. J., & Benson Jr, J. A. (Eds.). (1999). Marijuana and Medicine:: Assessing the Science Base. National Academies Press.
  • Julien M. R. (2003), Βασικές αρχές ψυχοφαρμακολογίας. Ιατρικές Εκδόσεις Π.Χ. Πασχαλίδης.
  • Kouri, E. M., & Pope Jr, H. G. (2000). Abstinence symptoms during withdrawal from chronic marijuana use. Experimental and clinical psychopharmacology, 8(4), 483.
  • Monroe J. (1998).Marijuana–a mind-altering drug. Current Health, 2, 16-19.
  • Room, R., Fischer, B., Hall, W., Lenton, S. and Reuter, P. (2010). Cannabis Policy: Moving Beyond Stalemate, Oxford, UK: Oxford University Press.
  • Roques B., (2001). Η επικινδυνότητα των «ναρκωτικών» ουσιών. Επιμέλεια Κλεάνθης Γρίβας. 1η έκδ., Αθήνα: Εκδ. Παπαζήση.
  • Substance Abuse and Mental Health Services Administration (SAMHSA) (2001) Treatment Episode Data Set (TEDS): 1994-1999. National Admissions to Substance Abuse Treatment Services, DASIS Series: S-14, DHHS Publication No. (SMA) 01-3550, Rockville, MD: Substance Abuse and Mental Health Services Administration.
  • Substance Abuse and Mental Health Services Administration (SAMHSA) (2012).Treatment Episode Data Set (TEDS): 2000-2010. National Admissions to Substance Abuse Treatment Services. DASIS Series S-61, HHS Publication No. (SMA) 12-4701. Rockville, MD: Substance Abuse and Mental Health Services Administration.
  • Substance Abuse and Mental Health Services Administration (SAMHSA) (2002). Treatment Referral Sources for Adolescent Marijuana Users. The DASIS Report. US Office of Applied Studies
  • Substance Abuse and Mental Health Services Administration. (2009). Office of Applied Studies. Treatment Episode Data Set (TEDS): 2009 Discharges from Substance Abuse Treatment Services,DASIS.
  • United Nations Office on Drugs and Crime (UNODC) (2012). Cannabis: Α Short Review. Discussion Paper.
  • Zimmer L. & Morgan P,J..(2005).Μαριχουάνα μύθοι και αλήθειες. Αθήνα: Εκδ. ΟΞΥ.
  • Γρίβας Κ., (2001). Κανναβη, Μαριχουάνα, Χασις. Αθήνα: Εκδόσεις Α. Α. Λιβάνη.
  • Μάνος, Ν. (1997). Βασικά Στοιχεία Κλινικής Ψυχιατρικής (αναθεωρημένη έκδοση). Θεσσαλονίκη: University Studio Press.
  • Μαρσέλος Μ. (1997). Εξαρτησιογόνες Ουσίες. Τυπωθήτω, Αθήνα.
  • Οικονομόπουλος Α. Γ. (2014). Το ίαμα κάνναβη: το κυνηγημένο βοτάνι και οι εντυπωσιακές θεραπευτικές εφαρμογές του. Αθήνα: Εκδ. Κέδρος.