Λεξιλογώντας για την κάνναβη

Πώς καλλιεργούσαν στη Μαντίνεια το χασίς;

Ο Γουίλι, ο μαύρος θερμαστής από το Τζιμπουτί, έλεγε πώς καπνίζουνε στο Αλγέρι το χασίς (ή τον καπνό) και στο Άντεν πώς χορεύοντας πίνουν την άσπρη σκόνη. Εμείς όμως στο σημερινό άρθρο θα δούμε όχι πώς κάπνιζαν αλλά πώς καλλιεργούσαν το χασίς στη Μαντίνεια, και αυτό θα το πληροφορηθούμε από την πιο επίσημη πηγή, από μιαν «Έκθεσιν περί της καλλιεργείας του (sic) ινδικού καννάβεως (χασίς) εν Μαντινεία», η οποία συντάχθηκε τον Μάρτιο του 1914 στην Τρίπολη από τον Ι.Θ.Μπακόπουλο, βοηθό νομογεωπόνου Αρκαδίας και δημοσιεύτηκε στην περιοδική έκδοση «Γεωργικόν και δασικόν δελτίον» (έτος 4ον, Ιαν-Μάρτ. 1914, Τεύχος Α’) την οποία εξέδιδε το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας.

[Aπό το blog Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία του Νίκου Σαραντάκου]

Δηλαδή, και ίσως δεν το ξέρουν πολλοί αυτό, πριν από 100 χρόνια η καλλιέργεια του χασίς όχι απλώς ήταν νόμιμη στην Ελλάδα (και παγκοσμίως, νομίζω), όχι απλώς γινόταν ανεκτή, αλλά και υποστηριζόταν επίσημα από το κράτος, με ενημερωτικές εκδόσεις όπως κάθε άλλη καλλιέργεια.

Το φυλλάδιο του νομογεωπόνου μού το έστειλε ο φίλος μας ο Γρηγόρης ο Κοτορτσινός.. Θα παραθέσω εδώ μερικά αποσπάσματα, δίνοντας έμφαση και σε κάποιες λέξεις (διότι λεξιλογούμε). Ο νομογεωπόνος γράφει σε καθαρεύουσα (όχι άπταιστη, όπως καταλάβατε από το «του καννάβεως») αλλά χρησιμοποιεί και μερικές λαϊκές λέξεις που τις έχει με πλάγιους χαρακτήρες.

Διαβάστε επίσης: Ηλίας Πετρόπουλος: Μικρό Γλωσσάριο της φούμας

Κατά σύμπτωση, πριν από μερικούς μήνες ο Στέλιος Κούλογλου, ο δημοσιογράφος του tvxs και ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, διοργάνωσε στο Ευρωκοινοβούλιο μιαν ημερίδα για την κλωστική και την ιατρική κάνναβη, την οποία βρίσκω ότι μπορείτε να παρακολουθήσετε σε βίντεο εδώ. Η κάνναβη είναι πράγματι ένα φυτό με εντυπωσιακά πολλές χρήσεις -οι υποστηρικτές του το θεωρούν σχεδόν θαυματουργό. Βέβαια, άλλο φυτό είναι η ινδική κάνναβη από την οποία παράγεται το χασίς και άλλο, συγγενικό βέβαια, η κοινή ή κλωστική κάνναβη -κι αυτή περιέχει THC, τη δραστική ουσία του χασίς, αλλά σε πολύ μικρότερη περιεκτικότητα.

Πριν από μερικά χρόνια κυνηγούσαν τους εισαγωγείς προϊόντων κλωστικής κάνναβης, λες και μπορούσε κανείς να μαστουρώσει φορώντας κανναβένια πουκάμισα, τώρα νομίζω ότι έχει σταματήσει αυτό -όποιος ξέρει ας πει περισσότερα. Υπάρχει βέβαια και η ιατρική χρήση της κάνναβης -ως παυσίπονο είναι εξαιρετικό.

Kατεβάστε ολόκληρο το φυλλάδιο του νομογεωπόνου Ι. Θ. Μπακόπουλου σε αρχείο pdf πατώντας εδώ

Ότι η καλλιέργεια του χασίς ήταν νόμιμη στην Ελλάδα προπολεμικά, το ήξερα ήδη. Νομίζω μάλιστα ότι η απαγόρευση ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1920 ή αρχές δεκαετίας του 1930, αλλά δόθηκε μια παράταση για να εξαντληθούν τα αποθέματα που είχαν στις αποθήκες τους οι έμποροι -και η οριστική απαγόρευση ήρθε επί Μεταξά. Ευχαρίστως όποιος έχει ακριβέστερα στοιχεία να συνεισφέρει στα σχόλια.

Λοιπόν, η έκθεση που συντάχθηκε «συνεπεία της υπ’ αριθμόν 8851 τηλεγραφικής διαταγής» της ανώτερης αρχής, μας πληροφορεί στην αρχή ότι «το χασίς σπείρεται εις όλα τα εδάφη, κυρίως όμως προτιμητέα είναι τα πολύ γόνιμα και υγρά, προπαντός δε τα ποταμόχωστα».
Όταν το έδαφος είναι υγρό και έχει οργωθεί καλά αρκεί μία οκά σπόρου ανά στρέμμα, αλλά σε ξηρό έδαφος χρειάζεται μιάμιση, ίσως και 2. Για να πέσει ο σπόρος κανονικά «διαιρούμεν τον αγρόν εις μικράς σποργιάς» που η κάθε μία έχει πλάτος έξι μέτρα. «Τότε σπείρομεν τον ανάλογον σπόρον εις εκάστην σποργιάν, βαδίζοντες επ’ αυτής δύο φοράς, ή, ως οι γεωργοί λέγουσιν, εις δύο χέργια» … «Ο σπορεύς προς ευκολίαν πρέπει να έχει εμπροσθέλαν (ποδιάν) εντός της οποίας θέτει τον σπόρον. Αρχόμενος δε της σποράς λαμβάνει σπόρον εις την φούχταν του και βαδίζων επί της ορισθείσης γραμμής εκκενώνει αυτήν εις 4-5 βήματα τινάσσων την χείραν (sic) του δύο φοράς εις έκαστον βήμα»

Το φυλλάδιο στη συνέχεια δίνει συμβουλές για το σκάλισμα και το αραίωμα των φυτών. Ο θερισμός γίνεται τον Σεπτέμβριο και μετά το χασίς απλώνεται σε κατάλληλα μέρη για να ξεραθεί. Δεν πρέπει να έρχεται σε επαφή με το χώμα «διότι πολύ βλάπτει την ποιότητα του προϊόντος», οπότε διαλέγει κανείς ακαλλιέργητα μέρη όπου έχουν φυτρώσει χόρτα, θαμνώδεις περιοχές ή πρόποδες βουνών με πετρώδες έδαφος, διαφορετικά πρέπει να δεθούν τα φυτά σε μικρά δέματα και να στηθούν στο χωράφι σε πυραμίδες. Ύστερα από 5-7 μέρες στον ήλιο, στοιβάζεται σε όχι υγρή αποθήκη.

Τον χειμώνα χωρίζουν τα φύλλα από το στέλεχος του φυτού («διά σουγιάδων«) και το πουλάνε στους εμπόρους οι οποίοι αποχωρίζουν την σκόνη, το προϊόν δηλ. που καπνίζεται, από το φύλλο και τον σπόρο. Η σκόνη βρίσκεται σε λεπτότατους κρυστάλλους. Ο αποχωρισμός γίνεται με τρίψιμο με το χέρι πάνω σε συρματόπλεγμα που έχει στερεωθεί σε ορθογώνιο πλαίσιο σαν τραπέζι και ονομάζεται τελάρο και στη συνέχεια ένα άλλο εργαλείο που λέγεται μπουράτο και έχει έναν περιστρεφόμενο κύλινδρο. Ακολουθούν «κρισαρίσματα με κρισάρας διαφόρου πυκνότητος» για να απομακρυνθούν οι ξένες ουσίες. Ο σπόρος που διαχωρίζεται «παραδίδεται εις το εμπόριον διά τροφήν των πτηνών και ονομάζεται καναβούρι (χασισόσπορος)».

 

Από 100 οκάδες φύλλου παράγονται 4-6 οκάδες σκόνης, αλλά η απόδοση αυτή ισχύει μόνο για το χασίς της Μαντινείας, διότι ο γεωπόνος έσπειρε για δοκιμή στην Ερμιονίδα και στο Καζακλάρ (σήμερα Αμπελώνας) της Λάρισας και η απόδοση ήταν χαμηλότερη και με κακή ποιότητα.

Φαίνεται πως η καλλιέργεια ήταν συμφερτική, αφού με έξοδα 28,5 δρχ. το στρέμμα προέκυπτε τζίρος 96 δρχ το στρέμμα δηλαδή καθαρό κέρδος 65,5 δρχ το στρέμμα. Στον νομό Αρκαδίας παράγονταν 60-70.000 οκάδες σκόνης.

Αυτά γράφει η έκθεση του Βοηθού νομογεωπόνου Αρκαδίας.

Επειδή όμως εδώ λεξιλογούμε, να πούμε ότι η κάνναβη είναι παραγωγικότατη και λεξιλογικά. Η ίδια η λέξη είναι αρχαία, την πρωτοσυναντάμε στον Ηρόδοτο, ο οποίος μάς λέει ότι οι Σκύθες έριχναν τους σπόρους της κάνναβης πάνω σε πυρακτωμένες πέτρες που είχαν μέσα στις σκηνές τους, και οι σπόροι κάπνιζαν βγάζοντας τόσο ατμό που ούτε στο καλύτερο ελληνικό ατμόλουτρο δεν βρίσκεις -και οι Σκύθες πολύ το χαίρονται και φωνάζουν από τη χαρά τους και αυτό είναι το λουτρό τους διότι με νερό δεν λούζονται ποτέ. Η λέξη είναι ανατολικό δάνειο (πρβλ. το σουμερακό kunibu, κι αν διαβάζει ο Λεώνικος θα μας πει ίσως περισσότερα).

Η λ. κάνναβις πέρασε στα λατινικά (cannabis) και από εκεί στις δυτικοευρωπαϊκές γλώσσες, κι επειδή η κάνναβη είχε πολλές χρήσεις γέννησε και πολλές λέξεις, κάποιες από τις οποίες επιστρέψανε στα ελληνικά ως αντιδάνεια: το κανναβάτσο, ας πούμε, αφού το ύφασμα αυτό κατασκευαζόταν από ίνες κανναβιού. Κι επειδή τις παλαίστρες τις στρώνανε με τέτοιο χοντρό ύφασμα, λέμε «τον έριξε στο κανναβάτσο», τόσο κυριολεκτικά όσο και μεταφορικά. Άλλο ένα αντιδάνειο είναι ο καμβάς (γαλλ. canevas). Το κανναβούρι επίσης προέρχεται από την κάνναβη, χωρίς να έχει μεσολαβήσει άλλη γλώσσα.

Όσο για τα λεξιλογικά του χασίς που είναι πολύ ενδιαφέροντα, σας παραπέμπω σε άλλο άρθρο.

Προσθήκη-Υστερόγραφο: Κακώς δεν αναφέρθηκα στη μία δύσκολη λέξη που υπάρχει στο άρθρο του γεωπόνου, και εννοώ τη λέξη «μπουράτο». Γκουγκλίζοντας βρίσκω πως ο όρος χρησιμοποιείται και σήμερα για μια συσκευή για διάφορες χρήσεις π.χ. λειαντήριο, που έχει περιστρεφόμενο κάδο.

Πηγή: Νίκος Σαραντάκος  / Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία: Πώς καλλιεργούσαν στη Μαντίνεια το χασίς;