Την αναπτυσσόμενη αγορά της κάνναβης στη χώρα μας, τις προοπτικές αλλά και τα προβλήματά της, καταγράφει σε άρθρο της με τίτλο «Φαρμακευτική και βιομηχανική κάνναβη: Μια πολλά υποσχόμενη νέα αγορά» η Δήμητρα Μανιφάβα στην εφημερίδα Καθημερινή της Κυριακής 15/12/2019.
Σημαντικό μερίδιο από μια αγορά η αξία της οποίας αναμένεται τα επόμενα χρόνια να ανέλθει σε δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ μόνο στην Ευρώπη, την αγορά της φαρμακευτικής και βιομηχανικής κάνναβης, θα μπορούσε να διεκδικήσει η Ελλάδα. Και γιατί λέμε θα μπορούσε; Διότι, αν και το επενδυτικό ενδιαφέρον και για τις δύο μορφές είναι υψηλό, η υλοποίηση των επενδύσεων στη μία κατηγορία, τη φαρμακευτική, δεν έχει ακόμη ξεκινήσει, ενώ στη βιομηχανική κάνναβη πραγματοποιούνται ήδη επενδύσεις από δεκάδες μεσαίους και μικρούς παραγωγούς, με τα προϊόντα τους, όμως, να βρίσκονται επί πολλούς μήνες σε «γκρίζα ζώνη».
Από τον Νοέμβριο του 2018, όταν χορηγήθηκαν οι πρώτες άδειες έγκρισης εγκατάστασης για την καλλιέργεια και την παραγωγή τελικών προϊόντων φαρμακευτικής κάνναβης, ο αριθμός των εγκρίσεων έχει φτάσει τις 33. Η συνολική έκταση των επενδύσεων που έχουν εγκριθεί είναι 1.466,81 στρέμματα, ενώ η καλλιεργούμενη έκταση που προβλέπεται σε αυτές (όλες σε κλειστές εκτάσεις, που είναι κατά βάση θερμοκήπια) φτάνει τα 609,2 στρέμματα.
Την πρωτοκαθεδρία έχει ο Νομός Κιλκίς, όπου έχουν χορηγηθεί 8 από τις 33 άδειες έγκρισης εγκατάστασης, ακολουθεί ο Νομός Βοιωτίας με 5 άδειες, από 2 άδειες έχουν χορηγηθεί σε εταιρείες που επιθυμούν να επενδύσουν στους νομούς Κορινθίας, Αχαΐας, Ευβοίας και Λαρίσης, ενώ από μία άδεια έχει δοθεί σε επενδύσεις στους νομούς Μαγνησίας, Λακωνίας, Θεσπρωτίας, Αιτωλοακαρνανίας, Τρικάλων, Θεσσαλονίκης, Χαλκιδικής, Αττικής, Φωκίδας, Πέλλας, Χανίων και Ηλείας. Οι συνολικές επενδύσεις εκτιμάται ότι μπορεί να ανέλθουν σε περίπου 1,5 δισ. ευρώ και να δημιουργηθούν έως και 8.000 θέσεις εργασίας, ενισχύοντας την απασχόληση και δίνοντας ζωή στην περιφέρεια. Τα παραπάνω είναι αναμφίβολα εξαιρετικά ενθαρρυντικά, αλλά βρίσκονται ακόμη στο επίπεδο της θεωρίας, υπό την έννοια ότι καμία μονάδα δεν έχει υλοποιηθεί (αυτό θα πρέπει να γίνει εντός 5 ετών από τη στιγμή που θα λάβουν τη σχετική έγκριση). Οταν γίνουν οι μονάδες, θα πρέπει στη συνέχεια να υποβάλουν αίτηση έγκρισης λειτουργίας.
Στην κατηγορία της βιομηχανικής κάνναβης, η οποία προορίζεται κυρίως για την παρασκευή τροφίμων και καλλυντικών, καταγράφεται το αντίθετο πρόβλημα: Υπάρχει μεν η παραγωγή, η πρώτη ύλη για τα παραπάνω προϊόντα, όμως εκκρεμεί εδώ και πολλούς μήνες η έκδοση της κοινής υπουργικής απόφασης για τα επίπεδα της τετραϋδροκανναβινόλης (THC) στα τρόφιμα, σε εφαρμογή του σχετικού πορίσματος της επιτροπής του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, το οποίο έχει παραδοθεί από τον Ιανουάριο του 2019.
Η μη έκδοση της ΚΥΑ έχει δημιουργήσει σημαντικές στρεβλώσεις στην αγορά και εμπόδια εισόδου κυρίως στους εγχώριους παραγωγούς, αφού την ίδια ώρα τα εισαγόμενα προϊόντα κάνναβης μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα. Τις επόμενες ημέρες, εκπρόσωποι της υπό σύσταση Πανελλαδικής Ενωσης Παραγωγών Κάνναβης θα επιδιώξουν συναντήσεις με αρμόδιους παράγοντες των υπουργείων Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Ανάπτυξης και Επενδύσεων. Εάν δεν ευοδωθούν αυτές οι προσπάθειες, πάντως, είναι πολύ πιθανό να προσφύγουν στη Δικαιοσύνη κατά της πολιτείας, καθώς της επιρρίπτουν ευθύνη για δημιουργία συνθηκών αθέμιτου ανταγωνισμού, που έχει ως συνέπεια διαφυγόντα κέρδη για τους εγχώριους παραγωγούς.
Σήμερα στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται περί τους 60-70 παραγωγούς, ενώ η συνολική έκταση που καλλιεργείται με βιομηχανική κάνναβη υπολογίζεται σε περίπου 2.000-3.000 στρέμματα.
Σε θέση μάχης οι πολυεθνικές για τα νέα προϊόντα σε τρόφιμα, καλλυντικά
Μπορεί στην Ελλάδα να έχει δοθεί μέχρι στιγμής ιδιαίτερη βαρύτητα στην προσέλκυση επενδύσεων στη φαρμακευτική κάνναβη, όμως την ίδια ώρα στο εξωτερικό οι μεγάλες πολυεθνικές επιχειρούν να λάβουν θέση για να μην χάσουν μερίδια από τα προϊόντα καλλυντικών και τροφίμων που έχουν ως βασικό συστατικό την κάνναβη.
Στην κατηγορία των καλλυντικών, η κάνναβη παρουσιάζεται ως το φυσικό «σούπερ συστατικό», με χρήση κυρίως στα προϊόντα περιποίησης δέρματος, αν και το τελευταίο διάστημα χρησιμοποιείται ακόμη και στην παρασκευή αρωμάτων.
Αρχικά, λόγω του φόβου μήπως τα καλλυντικά με κάνναβη συνδεθούν στη συνείδηση των καταναλωτών με την υποκουλτούρα της χρήσης κάνναβης ως «ψυχαγωγικού μέσου», οι μεγάλοι «παίκτες» δεν ενεπλάκησαν σε αυτή την αγορά, αφήνοντας χώρο σε μικρότερες εταιρείες.
Το τελευταίο διάστημα, ωστόσο, οι μεγάλες εταιρείες του κλάδου διερευνούν τις δυνατότητες δραστηριοποίησης στα καλλυντικά με κάνναβη, μέσω εξαγορών ή μέσω της σύστασης κοινοπρακτικών σχημάτων με μικρότερες εταιρείες.
Σύμφωνα με την πλέον πρόσφατη έκθεση της Prohibition Partners, η παγκόσμια βιομηχανία προϊόντων ομορφιάς με κάνναβη εκτιμάται ότι θα φτάσει το 2024 στα 959 εκατ. δολάρια.
Πολύ μεγαλύτερη είναι η αγορά των τροφίμων, η οποία όμως κινείται σε «γκρίζα ζώνη», όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες χώρες. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της έκθεσης της Prohibition Partners, η παγκόσμια αγορά τροφίμων με κάνναβη εκτιμάται ότι φέτος διαμορφώνεται σε 1,2 δισ. δολάρια και έως το 2024 η αξία της θα φτάσει τα 4,7 δισ. δολάρια. Και σε αυτή την κατηγορία προϊόντων, οι μεγάλες βιομηχανίες τροφίμων εμφανίστηκαν διστακτικές, αφήνοντας σημαντικό πεδίο δράσης σε νεοφυείς επιχειρήσεις του κλάδου. Στην Ευρώπη, τα τρόφιμα που περιέχουν κάνναβη υπάγονται στην κατηγορία των λεγόμενων «νέων τροφίμων» (novel food), κάτι που σημαίνει ότι θα πρέπει να περνούν από αυστηρές διαδικασίες έγκρισης και αδειοδότησης.
Οι παραγωγοί βιομηχανικής κάνναβης στην Ελλάδα ζητούν να θεσμοθετηθεί ως μέγιστο επιτρεπόμενο όριο περιεκτικότητας σε τετραϋδροκανναβινόλη το 0,3% για τα συστατικά τροφίμων, τα ελαιούχα εκχυλίσματα και τον ανθό από ποικιλίες καταλόγου Ευρωπαϊκής Ενωσης που φτάνει στον καταναλωτή ως τελικό προϊόν (π.χ. ως αφέψημα / τσάι).
Επίσης, ζητούν να βελτιωθεί η υλικοτεχνική υποδομή του Γενικού Χημείου του Κράτους, ώστε να μπορεί να κάνει ποσοτική ανάλυση των κανναβινοειδών, όχι μόνο ποιοτική, όπως κάνει μέχρι σήμερα, και να μπορεί να χαρακτηρίζει άμεσα τα προϊόντα βιομηχανικής κάνναβης με περιεκτικότητα σε τετραϋδροκανναβινόλη μικρότερη από 0,3%.
Θετικοί οι Ευρωπαίοι καταναλωτές, αλλά ζητούν αυστηρό πλαίσιο ελέγχου
Οχι μόνο για τους Ελληνες, αλλά συνολικά για τους Ευρωπαίους καταναλωτές η χρήση της κάνναβης, όχι ως ναρκωτικού αλλά ως συστατικού σε φάρμακα, τρόφιμα και καλλυντικά, είναι κάτι νέο. Αυτός, άλλωστε, είναι και ένας από τους βασικούς λόγους που η ευρωπαϊκή αγορά, μια αγορά 512 εκατομμυρίων ανθρώπων, θεωρείται ότι παρουσιάζει εξαιρετική δυναμική ανάπτυξης.
Αν και πάνω από τους μισούς καταναλωτές στην Ευρώπη (το 56%) γνωρίζουν για τις εναλλακτικές, τις «νόμιμες» χρήσεις της κάνναβης, μόλις το 16%, σύμφωνα με την πανευρωπαϊκή έρευνα της New Frontier Data, που παρουσιάζει σήμερα η «Κ», έχει δοκιμάσει προϊόντα με κάνναβη. Αλλωστε, το 58% όσων έχουν δοκιμάσει προϊόντα με κάνναβη, το έχουν πράξει μόλις τους τελευταίους έξι μήνες. Το 40% δοκίμασε προϊόντα κάνναβης για ανακούφιση από τον πόνο, ενώ 31% για μείωση του άγχους. Το 74% όσων έχουν δοκιμάσει προϊόντα κάνναβης δήλωσε ότι είχαν θετικό αντίκτυπο στην ποιότητα ζωής τους.
Οι Ευρωπαίοι καταναλωτές εμφανίζονται να έχουν θετική άποψη για τα προϊόντα κάνναβης, αρκεί αυτά –ειδικά όταν πρόκειται για προϊόντα φαρμακευτικής κάνναβης που έχουν μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε τετραϋδροκανναβινόλη– να χρησιμοποιούνται σε αυστηρό πλαίσιο ελέγχου. Ειδικότερα, το 35% δηλώνει ότι θα πρέπει να χορηγούνται κατόπιν συνταγής ιατρού, ενώ μόλις ένα 6% δηλώνει ότι δεν πρέπει αυτά τα προϊόντα να νομιμοποιηθούν. Επίσης, το 49% δηλώνει ότι τα προϊόντα κάνναβης θα πρέπει να ελέγχονται σχολαστικά από ειδικά εργαστήρια.
Τα πιο δημοφιλή προϊόντα κάνναβης μεταξύ των Ευρωπαίων καταναλωτών είναι το έλαιο και βάμμα κάνναβης (53%), ακολουθούν τα χάπια και οι κάψουλες (23%), ο ανθός κάνναβης (17%) και τα στυλό ατμίσματος (16%). Στην αγορά υπάρχει μεγάλη ποικιλία προϊόντων, ακόμη και σταγόνες για τα μάτια, αλλά και τροφές για ζώα συντροφιάς. «Οσο η αγορά ωριμάζει, μένει να δούμε ποιες από τις αναδυόμενες κατηγορίες θα μετατραπούν σε ηγέτες της αγοράς. Πάντως, τα δεδομένα δείχνουν ότι θα υπάρχει σημαντική ευκαιρία για την ανάπτυξη ειδικών κατηγοριών προϊόντων που θα στοχεύουν συγκεκριμένες ομάδες καταναλωτών και ειδικές χρήσεις», επισημαίνουν οι συγγραφείς της έκθεσης.
Η διαχείριση του πόνου και η ανακούφιση από αυτόν είναι ο κύριος λόγος που οι καταναλωτές αποζητούν προϊόντα φαρμακευτικής κάνναβης, ενώ σημαντικό κίνητρο είναι η καταπολέμηση του άγχους. Σε πολύ μεγάλο βαθμό, τα σκευάσματα καταναλώνονται για την αντιμετώπιση συμπτωμάτων χρόνιων ασθενειών (38%), ενώ ένα 25% λαμβάνει φαρμακευτική κάνναβη για τη θεραπεία ασθενειών. Σημαντικό είναι το ποσοστό (23%) και όσων παίρνουν φαρμακευτική κάνναβη ως προληπτικό μέσο για κάποιες νόσους.
Μεταξύ όσων κάνουν χρήση φαρμακευτικής κάνναβης για ιατρικούς λόγους, το 60% ήταν για την αντιμετώπιση του Αλτσχάιμερ, το 58% για την ALS (αμυοτροφική πλάγια σκλήρυνση) και το 40% για την αντιμετώπιση της επιληψίας.
Στο πλαίσιο της έκθεσης, διερευνήθηκε και το ποσό που δαπανούν μηνιαίως οι Ευρωπαίοι καταναλωτές για την αγορά προϊόντων με κάνναβη. Το 63% δαπανά λιγότερο από 100 ευρώ τον μήνα, εκ των οποίων το 23% ξοδεύει από 20 έως 49 ευρώ, το 22% κάτω από 20 ευρώ και το 18% από 50 έως 99 ευρώ. Ενα υψηλό ποσοστό, το 44%, δηλώνει ότι θα δαπανά περισσότερα χρήματα για την αγορά προϊόντων με κάνναβη τους επόμενους έξι μήνες.
Μεγάλη αύξηση
Σύμφωνα με την έκθεση «The European Cannabis Report 2019», το 2018 επενδύθηκαν στην Ευρώπη περί τα 500 εκατ. ευρώ στον τομέα της κάνναβης. Στις ΗΠΑ και στον Καναδά οι επενδύσεις στην κάνναβη το 2018 τετραπλασιάστηκαν σε σύγκριση με το 2017, ενώ στον κλάδο επενδύουν γνωστά funds, όπως για παράδειγμα η BlackRock.
Η αξία
Η αγορά κάνναβης, σύμφωνα με την Prohibition Partners, αναμένεται να είναι η μεγαλύτερη νόμιμη αγορά σε βάθος πενταετίας στην Ευρώπη. Σύμφωνα, μάλιστα, με την ίδια έκθεση, θεωρείται ότι η εν λόγω αγορά μπορεί να συμβάλει στην ανάκαμψη των οικονομιών στις χώρες, όπως η Ελλάδα, που επλήγησαν από την κρίση.
Τα ποτά
Το 2018 η αξία της αγοράς ποτών με κάνναβη ήταν ακόμη σχετικά χαμηλή, στα 185 εκατ. δολάρια παγκοσμίως. Η γνωστή ζυθοποιία Anheuser-Busch (παράγει την Budweiser) ξεκίνησε τη συνεργασία με την καναδική εταιρεία φαρμακευτικής κάνναβης Tilray για την επένδυση 100 εκατ. δολαρίων στην έρευνα ποτών που περιέχουν τετραϋδροκανναβινόλη.