Το αίτημα της νομιμοποίησης της χρήσης των «ναρκωτικών» εν έτει 2017 || Ημερίδα ΟΚΑΝΑ & Ιδρύματος Γληνού

Η κοινωνία γαλουχήθηκε στον εξορκισμό «των ναρκωτικών». Οι «θεσμοί», οι νόμοι, οι πολιτικοί, οι δικαστές, τα ΜΜΕ, συχνά και οι γιατροί, ομιλούν μια δύστροπη καθαρεύουσα όταν αναφέρονται στο θέμα.

Με αφορμή το πλέον δημοφιλές «ναρκωτικό», την κάνναβη, και την αποποινικοποίηση της χρήσης της για ιατρικούς σκοπούς σε μεγάλο μέρος του πλανήτη, σκιαγραφούμε την αντίστιξη ανάμεσα “στη γλώσσα” που ανά καιρούς μίλησαν οι ακτιβιστές της νομιμοποίησης της χρήσης της και στη γλώσσα που μίλησαν “οι θεσμοί” που επέβαλαν την απαγόρευσή της.

Η εισήγηση του Αποστόλη Καπαρουδάκη και του CannabisNewsGr στην ημερίδα του ΟΚΑΝΑ και του Ιδρύματος Γληνού «Nαρκωτικά, βιολογικές, κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις».

Μιας και η εκδήλωση συνδιοργανώνεται και από το ίδρυμα που φέρει το όνομα του Δημήτρη Γληνού, του επιστήμονα που εκτός των άλλων άλλαξε την ελληνική γλώσσα, ας κοιτάξουμε λίγο τις διαφόρων ειδών “γλώσσες” (σχηματικά μιλώντας) που ομιλήθηκαν από τους απλούς πολίτες και τους φορείς της εξουσίας σε σχέση με τα «ναρκωτικά». Κι έπειτα ας δούμε ξανά με νέο βλέμμα “τη γλώσσα», που μιλάνε σήμερα όσοι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο αναφέρονται σε αυτά. Η σημερινή άλλωστε ημερίδα γίνεται με αφορμή το κείμενο του Ανδρέα Γληνού του 1989 το οποίο μας μεταφέρει ένα σαφές μήνυμα και για την ίδια τη γλώσσα που χρησιμοποιούμε όταν μιλάμε για το θέμα.

Ένα φυτό… που κάποτε αντιμετωπίζονταν ως φυτό

Από τα πλέον ενδιαφέροντα παραδείγματα επιβολής μιας “επίσημης γλώσσας” για την κάνναβη είναι αυτό της Βεγγάλης τον 19ο αιώνα. Τότε αλλάζουν τα πράγματα για τους κάτοικους της ευρύτερης περιοχής μιας και ο Τοποτηρητής των Συμφερόντων του Βασιλείου της Αγγλίας στην Ινδία ενδιαφέρεται να επιβάλει φόρο κατανάλωσης στο φυτό που χρησιμοποιούν. Ζητάει μάλιστα ο φόρος αυτός να αγγίζει “το υψηλότερο δυνατό ύψος”, ώστε “να αποτραπεί το λαθρεμπόριο της κάνναβης”.

1886. Ο Τοποτηρητής του Βασιλείου της Αγγλίας στην Ινδία ανακαλύπτει το φυτό και προτείνει τη φορολόγησή του.

Έτσι κι η έννοια «λαθρεμπόριο» σε σχέση με την κάνναβη, αποκτά κι αυτή περιεχόμενο μόνο μετά την έλευση του Αυτοκρατορικού Τοποτηρητή.

Ο Ευρωπαίος άποικος δεν ενδιαφέρεται για τις θεραπευτικές ή τις ευφορικές ιδιότητες του φυτού ή για τη χρήση του στις ιεροτελεστίες των ιθαγενών. Κάνει μια απλή σκέψη: αφού έχει για αυτούς χρηστική αξία, μπορεί κάλλιστα για εμάς να αποτελέσει πηγή εσόδων.

Έκτοτε, τη γλώσσα “των θεσμών” την ομιλούν κυβερνήσεις και νομοθέτες, βασιλείες και δικαστές, αντιμετωπίζοντας την κάνναβη και ως εργαλείο επιβολής φόρων και αποκομιδής κερδών. Και τη γλώσσα της αντιαπαγόρευσης την ομιλούν όσοι για τον έναν ή τον άλλον λόγο ζουν ζωή αντίθετη με εκείνα που οι θεσμοί αυτοί επιβάλουν.

Ο προηγούμενος αιώνας στην Αμερική και την Ελλάδα

Με αυτή τη λογική, όταν στις αρχές του 20ου αιώνα οι Αμερικανικές κυβερνήσεις αποφασίζουν ότι προτιμότερη πηγή φόρων αποτελεί το αλκοόλ -το οποίο εκτός των άλλων εκπροσωπείται κι από μια δυναμική παρέα βιομηχάνων της εποχής-, δεν είναι περίεργο ότι η κάνναβη γίνεται παράνομη.

Στην Ελλάδα που ήταν σπαρμένη με κάνναβη μέχρι πριν 70 χρόνια, διέθετε κανναβουργεία, και έκανε εξαγωγές κάνναβης, για λόγους ανάλογους με εκείνους της Αγγλίας και της Αμερικής, τα χωράφια ξεριζώνονται και “η χασισοποτεία” αρχίζει να αναφέρεται ως μάστιγα επικίνδυνη.

Στην πρωτοπόρο Αμερική μιας και οι θεσμοί δεν μπορούν να ανακοινώσουν επίσημα την απόφασή τους να βοηθήσουν τη βιομηχανία του αλκοόλ, προσπαθούν να πείσουν ότι η κάνναβη είναι επικίνδυνη, κάτι σαν τον Εωσφόρο με φύλλα και ανθούς.

Η νομοθετική απαγόρευση της κάνναβης στην Αμερική δεν αρκούσε για την αλλαγή των συνηθειών της κοινωνίας, οπότε επιστρατεύτηκαν και τα μέσα επικοινωνίας της εποχής για να την πείσουν…

Παγκοσμιοποίηση και Πόλεμος κατά των Ναρκωτικών

Καθώς ο καπιταλισμός ζει την παγκοσμιοποίησή του, τα κράτη συμπληρώνουν τις πτυχές των πολιτικών τους: Όχι μόνο συμπυκνώνουν σε νόμους και διατάξεις την πολιτική της απαγόρευσης, αλλά τη μετατρέπουν σε δεσπόζουσα κουλτούρα μέσω και της σχετικής προπαγάνδας.

Κι όπως πριν δύο αιώνες ο κάτοικος της Βεγγάλης αισθάνθηκε “το ενδιαφέρον και τη ζεστασιά” του Ευρωπαίου αποίκου, σήμερα οι πολίτες “του Δυτικού Κόσμου” αισθάνονται τη ζεστασιά του Κράτους-Άποικου:

Ως ιθαγενείς πρέπει να κόψουμε κάποιες κακές συνήθειες με το ζόρι ενώ είμαστε ελεύθεροι αν θέλουμε να ακολουθήσουμε κάποιες άλλες, όπως για παράδειγμα εκείνη του αλκοόλ ή του καπνού που είναι αποδεδειγμένα καταστροφικότερες της κάνναβης.

Το κράτος δημιουργεί μηχανισμούς ελέγχου και επιβολής των νόμων του, τους ενισχύει και καταδιώκει αμείλικτα τους παραβάτες τους. Κι η ζωή συνεχίζεται… με την Αμερική να πρωτοστατεί στον “Πόλεμο κατά των Ναρκωτικών”.

“Οι θεσμοί” στον πόλεμο αυτόν, μεγαλουργούν στον κύκλο της αυτοαναφορικότητας: “Η κάνναβη είναι επικίνδυνη… γιατί είναι επικίνδυνη”. Χτίζουν κουλτούρες και δημιουργούν στην κοινωνία τη σχετική συνείδηση. Πετυχαίνουν οι χρήστες ουσιών να είναι παράνομοι, κάποιες φορές και κοινωνικά μειάσματα, τα “παραδείγματα προς αποφυγή”. Και βέβαια αποτυγχάνουν παταγωδώς να σταματήσουν την εξάπλωση κάθε είδους παράνομης ουσίας.

Πετυχαίνουν όμως τη διακοπή των ερευνών γύρω από τις θεραπευτικές ιδιότητες της κάνναβης μιας και είναι εξ ορισμού “κακή και επικύνδινη”. Μας στερούν δηλαδή από ένα φάρμακο για μια σειρά ασθένειες.

Στις μέρες μας η “επιτυχία” της απαγορευτικής πολιτικής για τα “ναρκωτικά” είναι ανάλογη εκείνης “του πολέμου κατά της τρομοκρατίας”: Εκατόμβες θυμάτων και απόλυτη αδυναμία διεξόδου μέσω της επιβολής αστυνομικών ή στρατιωτικών μέτρων.

Tα όργια και τα άγρια πάρτυ στα οποία οδηγεί κατά την αφίσα η (ενδοφλέβια…) χρήση της μαριχουάνας, δεν πτόησαν ιδιαίτερα τους εραστές του φυτού.

Αντιαπαγορευτικά κινήματα στον πλανήτη

Καθώς η δράση φέρνει αντίδραση και η λογική “με βολεύει έτσι, θα υποχρεώσω τους πάντες να το κάνουν έτσι” δεν αποτελεί πάντοτε τον καλύτερο τρόπο να πείσεις τους ανθρώπους για κάτι, αναπτύσσονται μια σειρά από πυρήνες εκφοράς του “άλλου λόγου”.

Τέτοιοι είναι το Woodstock στην Αμερική, αλλά και το αντιπολεμικό κίνημα κατά τη διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ. Τέτοιος είναι και ο Μάης του ’68 στην Ευρώπη. Τέτοιο είναι όμως και το κίνημα της αμφισβήτησης που βρίσκει το καλλιτεχνικό του αντίστοιχο στο rock, τέτοια είναι και η κουλτούρα της reggae.

Στα κινήματα αυτά, η χρήση της κάνναβης και το αίτημα για “αποποινικοποίησή της” έχουν συχνά χαρακτήρα εμβληματικό.

Ενώ και σε μικρότερου βεληνεκούς, “επιμέρους κουλτούρες”, όπως τα νέγρικα μπλουζ και τα ελληνικά ρεμπέτικα που ανά καιρούς αναβιώνουν, η απαγόρευση προσδίδει στη χρήση της κάνναβης χαρακτηριστικά συμβόλου και διακριτικού γνωρίσματος συμμετοχής σε μια αντισυμβατική ομάδα, ανατροφοδοτώντας έτσι τον μύθο της.

Woodstock. Η απαγόρευση και η δαιμονοποίηση του φυτού από την Αμερικανική κυβέρνηση, δημιουργεί τη σχετική αντίδραση και η κάνναβη μετατρέπεται σε σύμβολο αμφισβήτησης.

Η “λογική του φόβου” και το ελληνικό αντι-απαγορευτικό κίνημα

Το αντιαπαγορευτικό κίνημα στην Ελλάδα τα περασμένα 30 χρόνια αρθρώνεται μέσω του επιστημονικού λόγου, όπως στο κείμενο του Ανδρέα Γληνού που αποτέλεσε την αφορμή και της σημερινής συζήτησης.

Αρθώνεται και από ένα μείγμα επιστημονικού και πολιτικού λόγου, κάποιες φορές και πολιτικού ακτιβισμού όπως εκείνου στον οποίο προέβη ο συν-εισηγητής στη σημερινή Ημερίδα ιατρός Γιώργης Οικονομόπουλος πριν 30 χρόνια καπνίζοντας δημόσια ένα τσιγάρο με κάνναβη.

1987, Αθήνα. Ο Γιώργης Οικονομόπουλος καπνίζει ένα τσιγάρο με κάνναβη κατά τη διάρκεια Συνέντευξης Τύπου για την επικείμενη ψήφιση του Νόμου για τα Ναρκωτικά.

Στην Ελλάδα αποκτήσαμε και κόμμα (την Ριζοσπαστική Αντιαπαγορευτική Κίνηση) που στις εκλογές του 1999 έλαβε 22 χιλιάδες ψήφους με μοναδικό αίτημα την αποποινικοποίηση της κάνναβης.

Ενώ σε επίπεδο πολιτισμού ζήσαμε από τις αντι-απαγορευτικές συναυλίες των Άσημου, Σιδηρόπουλου και Πουλικάκου στα Προπύλαια το 1986” , μέχρι την τρίτη και τέταρτη κατά σειρά αναβίωση των ρεμπέτικων και των χασικλίδικων τραγουδιών.

Με τα χρόνια φάνηκε να υποχωρεί στο δημόσιο λόγο το “προωθημένο αίτημα” της ολικής απελευθέρωσης των “ναρκωτικών” και να υπερισχύουν “μικρότερης έντασης” αιτήματα, όπως “ο διαχωρισμός σκληρών και μαλακών” και η “νομιμοποίηση της κάνναβης για ψυχαγωγικούς σκοπούς”. Έχουμε άλλωστε εδώ και 10 χρόνια και Αντιαπαγορευτικό Φεστιβάλ με αίτημα την αποποινικοποίηση της κάνναβης για ψυχαγωγική χρήση το οποίο πραγματοποιείται με επιτυχία.

1986. «Αντί-απαγορευτική συναυλία στα Προπύλαια. Ανάμεσα σε άλλους συμμετέχουν και οι Νικόλας Άσημος Παύλος Σιδηρόπουλος και Δημήτρης Πουλικάκος.

Η γλώσσα των ασθενών

Τα τελευταία χρόνια σε όλες τις παραπάνω “μη θεσμικές γλώσσες” για τα ναρκωτικά ήρθαν να προστεθούν και εκείνες των βαριά ασθενών (καρκινοπαθών, ασθενών με σκλήρυνση κατά πλάκας, και γονέων παιδιών με αυτισμό) που βρήκαν στην κάνναβη ένα φάρμακο αναγκαίο ώστε να αντιμετωπίσουν την ασθένειά τους.

Δεν υπάρχει σχήμα πιο οξύμωρο, και γλώσσα “πιο περίεργη”, αυτή τη στιγμή από αυτήν που ομιλούν τόσο στα Μέσα Κοινωνικής δικτύωσης όσο και ανοικτά στον Τύπο οι ασθενείς αυτοί.

Το να έχει δαιμονοποιηθεί ένα φυτό τόσο ώστε αυτός που το χρειάζεται ως φάρμακο να αισθάνεται (και να είναι μιας και δεν έχει ακόμη αλλάξει ο νόμος*) παράνομος, είναι το πρώτο που κανείς δυσκολεύεται να κατανοήσει.

Το να ωθούνται οι ασθενείς στην παρανομία για να γιατρευτούν συμπληρώνει την παράλογη, για μια κοινωνία που σέβεται τον εαυτό της, εικόνα. Εν έτει 2017, η γλώσσα που μιλάνε οι ασθενείς αυτοί έχει έντονα τα στοιχεία της απόγνωσης και της αγωνίας, του φόβου και της ενοχής του στιγματισμού από την κοινωνία. Ασθενείς με βαριές αρρώστιες συνομιλούν με άλλους ασθενείς ζητώντας συμβουλές για την κατ’ oίκον και εν κρυπτώ ιδιοπαρασκευή φαρμάκων. Η ιατρική τίθεται υπό αμφισβήτηση, οι νόμοι επίσης. Φυσικά και αυτοί που κατασκευάζουν νόμους…

Δείγμα «της γλώσσας» που μιλάνε οι ασθενείς στα σχετικά με το θέμα κλειστά φόρουμ στο Facebook. Μιας γλώσσας της οποίας η αγωνία και η απόγνωση προσομοιάζει εκείνη των εξαρτημένων.

 

Κι όλα αυτά για την κάνναβη, που είναι ένα φυτό. Ένα φυτό το οποίο σχεδόν στο μισό πλανήτη είναι πλέον νόμιμο ως φάρμακο και συχνά και ως ψυχαγωγικό μέσο.

Αν ζητούμενο είναι μια κοινωνία στην οποία οι άνθρωποι μετέχουν χωρίς την αγωνία της εξάρτησης από ουσίες κι αφού “οι θεσμοί” απέτυχαν παταγωδώς να μας σώσουν από τους εθισμούς, ήρθε προφανώς η στιγμή να γίνει η αρχή από την κάνναβη στη δημιουργία μιας άλλης λογικής για την αντιμετώπιση των “τοξικομανών”, που όπως έλεγε και ο Ανδρέας Γληνός στην εισήγησή του πριν… χρόνια “δεν είναι και δεν πρέπει να λέγονται έτσι”.

Ας ξαναδούμε με προσοχή την άποψή του Ανδρέα Γληνού ότι “μόνος τρόπος για την αποτελεσματική καταπολέμησή της «φαρμακευτικής κατάχρησης” είναι η νομιμοποίηση της χρήσης ναρκωτικών, η νόμιμη χορήγησή τους, με ιατρική επίβλεψη, σ’ αυτούς που τα έχουν ανάγκη».

Οι εκφραστές των θεσμών και δημιουργοί των νόμων, θα πρέπει να δημιουργήσουν σύντομα “μια νέα γλώσσα”, να βρουν την ισορροπία τους με τις αγωνίες της κοινωνίας που θα ήθελαν να εκφράζουν. Ακόμη καλύτερα θα πρέπει με μοχλούς την Παιδεία, την ανεκτικότητα και τα συμπεράσματα της επιστήμης να συντελέσουν στην απομυθοποίηση των ουσιών βοηθώντας έτσι την κοινωνία να εξελιχθεί στηριγμένη στην αλήθεια και στη γνώση και όχι στο φόβο και την απαγόρευση.

*Λίγες ημέρες μετά την Ημερίδα ανακοινώθηκε από τον Πρωθυπουργό η νομιμοποίηση της χρήσης της ιατρικής κάνναβης.

Πηγές / Διαβάστε Περισσότερα:

Όλα τα δημοσιεύματα σχετικά με την Ημερίδα ΟΚΑΝΑ και Ιδρύματος Γληνού «Nαρκωτικά, βιολογικές, κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις».

Τόλμη και σύνεση για την κάνναβη. Άρθρο γνώμης με αφορμή την ανακοίνωση από τον Πρωθυπουργού της νομιμοποίησης της Ιατρικής Κάνναβης στην Ελλάδα.