Το Απαγορευμένο «Ιερό» Φυτό από την Αρχαιότητα ως τις Μέρες μας || Μέρος ΄Β

ΤΑ ΠΑΡΑΔΟΞΑ ΤΗΣ ΚΑΝΝΑΒΗΣ
Το Απαγορευμένο «Ιερό» Φυτό από την Αρχαιότητα ως τις Μέρες μας
«Μ’ αρέσει η Μαριχουάνα γιατί θέλω να πάω στον Παράδεισο προτού πεθάνω», MichaelSimmons, δημοσιογράφος.
«Η Μαριχουάνα οδηγεί στο φιλειρηνισμό και στη κομμουνιστική ‘’πλύση εγκεφάλου’’»
Harry Anslinger, Αμερικανός Επίτροπος για τα Ναρκωτικά, 1948
Γράφει ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΤΑΜΚΟΣ** 

Μέρος ΄Β

  • Αφγανοί Λάτρεις του Χασίς
  • Η Φονική Αδελφότητα των «Χασισένιων» (Ασσασίνων)
  • Η Διασπορά της Χασισοποτείας στην Ευρώπη και στο Νέο Κόσμο

Διαβάστε στο Mέρος Ά: Η Ιστορία του «Ιερού Χόρτου» / Оι Πρώτοι Χασισοπότες / Ζωροάστρες, Πρώιμοι Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι «Άγιοι» Χασισοπότες

Αφγανοί Λάτρεις του Χασίς

Στο μεταξύ, στο Αφγανιστάν, οι λάτρες του χασίς είχαν τον δικό τους Sheik Haidar που άκουγε στο όνομα Baba Ku. Τόσο έντονες είναι οι ομοιότητες μεταξύ των ιστοριών για τον Sheik Haidar και τον Baba Ku, που είναι πιθανόν να προέρχονται από την ίδια πηγή. Όπως ο Sheik Haidar, έτσι και ο Baba Ku χαρακτηριζόταν ευσεβής σούφι. Θεωρείται ότι αυτός πρώτος εισήγαγε το χασίς στο Αφγανιστάν. Αυτός και οι οπαδοί του κατανάλωναν χασίς σε μεγάλες ποσότητες, θεωρώντας το και θεϊκή ευλογία και φάρμακο. Ο Baba Ku, κατά την παράδοση, φούμαρε έναν τεράστιο ναργιλέ. Στον θάνατό του οι μαθητές του έστησαν έναν βωμό προς τιμήν του δασκάλου τους στην πόλη Balk στο βόρειο Αφγανιστάν όπου συνέχισαν να καλλιεργούν την κάνναβη στη μνήμη του.

Στο Αφγανιστάν υπάρχουν ακόμη και σήμερα πολλοί χασισοπότες που σέβονται τη μνήμη του Baba Ku. Αποφεύγουν σκόπιμα να έχουν άλλα αποκτήματα πέρα από χασίς και ζουν νομαδική ζωή. Παρ’ όλα αυτά, κατά διαστήματα συγκεντρώνονται κατά ομάδες, για να φουμάρουν εις ανάμνηση του μεγάλου Baba Ku. Αυτοί είναι από τους πιο σοβαρούς χασισοπότες στον κόσμο, και είναι γνωστό ότι τραβούν 28 γραμμάρια σε μια τζούρα!

Μια ακόμη ισλαμική χώρα φιλική προς την κάνναβη είναι το Μαρόκο. Μολονότι, με όρους παραγωγής χασίς, πρόκειται για «νεαρή» χώρα, οι Μαροκινοί είναι από παλιά γνωστοί για την αγάπη τους για το κιφ/kief –ένα μίγμα χασίς και καπνού που παραδοσιακά το κάπνιζαν σε πίπα (από αυτό προέρχεται και η ελληνική λέξη κέφι!). Κι αυτοί έχουν τον πατρόνα τους, που ακούει στο όνομα Sidi Hiri. Ήταν ένας σούφι που ήρθε στο Μαρόκο από την Αλγερία φέρνοντας το ιερό βότανο μαζί του. Σύμφωνα με τον θρύλο, έζησε νομαδική ζωή, κοιμώμενος μέσα σε σπηλιές, περιφερόμενος στη χώρα, απαγγέλλοντας το Κοράνι και επιστρέφοντας στις χαρές του χασίς…

Η Φονική Αδελφότητα των «Χασισένιων» (Ασσασίνων)

Όλοι γνωρίζουμε τη γαλλική λέξη Ασσασίν, που σημαίνει δολοφόνος. Όμως η λέξη «assassin» προέρχεται από τη λέξη «hashishin», και σημαίνει αυτός που τρώει χασίς. Αυτό το όνομα δόθηκε στην αίρεση των Ισμαηλιτών (11ος αιώνας), που είχαν επίκεντρό τους τα βουνά του Ιράν. Δεν υπάρχουν ακριβείς πληροφορίες για τους Ισμαηλίτες. Η πρόσφατη ιστορία τους σκεπάζεται από μυστήριο και είναι βαμμένη με αίμα. Ο Γάλλος αραβολόγος Sylvestre de Sacy, δήλωσε γι’ αυτούς: «Δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι η ονομασία δόθηκε στους Ισμαηλίτες λόγω της χρήσης ενός τοξικού υγρού ή ενός παρασκευάσματος, που ακόμη είναι γνωστό στην Ανατολή με το όνομα χασίς». Η αίρεση ιδρύθηκε και διοικήθηκε από τον Sheikh Hasan ibn al-Sabah, έναν Πέρση Ισμαηλίτη που ισχυριζόταν ότι στις φλέβες του κυλούσε βασιλικό αραβικό αίμα.

Ο κόσμος τού απέδωσε τον χαρακτηρισμό «Ο Γέρος του Βουνού». Τέτοιες ήταν οι ικανότητες του Hasan ως αντάρτη, που το 1090 κατέλαβε με έφοδο το σχεδόν απόρθητο οχυρό του Alamut, που ήταν χτισμένο σε αφιλόξενα βουνά ύψους 3.000 μέτρων και διέθετε μια πανοραμική άποψη του κύριου εμπορικού δρόμου ανάμεσα στις ακτές της Κασπίας και της ορεινής Περσίας.

Ο  «Γέρος του Βουνού» χρησιμοποίησε το Alamut για να εκπαιδεύσει μια ομάδα νεαρών πολεμιστών μεταξύ 12 και 20 ετών. Τους στρατολόγησε από τη γύρω περιοχή και απαίτησε ολική αφοσίωση από αυτούς ενόσω τους προετοίμαζε για αυτοκτονικές αποστολές.

Ο Μάρκο Πόλο περιγράφει πώς ο Hasan πρώτα τους έδινε ναρκωτικά και, αφού βυθίζονταν σε έναν βαθύ ύπνο, μυστικά τους μετέφερε σε έναν κήπο επίγειων απολαύσεων μέσα στους τοίχους του Alamut ως μέρος της μύησής τους. Όταν ξυπνούσαν και συνειδητοποιούσαν ότι βρίσκονται σε ένα τόσο μαγικό μέρος, πίστευαν ότι βρίσκονται στον ίδιο τον Παράδεισο.

Με τη γεύση του χασίς ακόμη στα χείλη τους και με τις διδασκαλίες του Hasan, ότι ο θάνατος είναι απλώς μια ψευδαίσθηση, ακόμη να ηχούν στ’ αφτιά τους, οι εκκολαπτόμενοι Ασσασσίνοι άφοβα θα ξεχύνονταν για τις δολοφονικές αποστολές τους. Τους υποσχόταν ότι όποιο κι αν ήταν το αποτέλεσμα, εκείνοι θα επέστρεφαν θριαμβευτές στον παράδεισό του χασίς.

Οι ίδιοι οι Ασσασσίνοι θεωρούσαν ότι είναι αγωνιστές της ελευθερίας των Ισμαηλιτών, αλλά οι γειτονικοί πολεμικοί αρχηγοί και οι πολιτικοί τους τούς θεωρούσαν δημόσιο κίνδυνο και τρομοκράτες, έπειτα από μια σειρά πολιτικών πολυσυζητημένων δολοφονιών που συγκλόνισαν τον αραβικό κόσμο.

Όπως οι Σταυροφόροι, έτσι κι αυτοί επανέφεραν στο προσκήνιο τρομακτικές ιστορίες για απίστους άγριους, που δεν γνώριζαν τι θα πει φόβος. Χαρακτηριστικό ήταν ένα περιστατικό που διηγήθηκε ο Γάλλος Κόμης Henry of Champagne, που επισκέφτηκε το Alamut το 1194 και δοκίμασε την ανδρεία τους από πρώτο χέρι. Σύμφωνα μ’ αυτόν, ο Hasan διέταξε δύο από τους άνδρες του να πυρποληθούν στον προμαχώνα του κάστρου ως ένδειξη νομιμοφροσύνης, πράγμα που εκείνοι έκαναν πρόθυμα!

Η αίρεση συνέχισε να υπάρχει και μετά τον θάνατο του ηγέτη της και να αποτελεί τη μάστιγα της Περσίας και των αραβικών κρατών. Τον Hasan διαδέχτηκαν αρκετοί άλλοι αρχηγοί πριν το βουνό-προπύργιο καταληφθεί τελικά από ομάδες μογγολικών ορδών το 1256 κι έτσι αυτή η φονική «χασισένια» αδελφότητα παρήκμασε κι εξαφανίστηκε.

Η Διασπορά της Χασισοποτείας στην Ευρώπη και στο Νέο Κόσμο

Η δημοτικότητα της κάνναβης ως ψυχαγωγικής ουσίας ήταν μεγάλη στα τέλη του 14ου αιώνα χάρη στον Μεγάλο Ταμερλάνο. Οι κατακτήσεις του Ταμερλάνου άλλαξαν το γεωπολιτικό σκηνικό της περιοχής και άνοιξαν νέους εμπορικούς δρόμους από τη Μογγολία προς τη Μεσόγειο. Ο Ταμερλάνος ήταν άμεσα υπεύθυνος για την εισαγωγή της κάνναβης σε περιοχές-κλειδιά του Αφγανιστάν, της Ινδίας και του Νεπάλ.

Η κάνναβη, στο μεταξύ, είχε ήδη φτάσει στην Ευρώπη με τη Μαυριτανική μουσουλμανική κατοχή της Ισπανίας τον 8ο αιώνα. Οκτώ αιώνες αργότερα, ο Χριστόφορος Κολόμβος άνοιξε πανιά για τον Νέο Κόσμο όπου έφτασαν και οι Ισπανοί κονκισταδόρες που πρωτοστάτησαν στην καλλιέργεια της κάνναβης.

Η συναλλαγή αυτή δεν ήταν μονόδρομος: Ο Παλιός Κόσμος έδωσε στο Νέο Κόσμο την κάνναβη, κι εκείνος ανταποκρίθηκε παραδίδοντας στην Ευρώπη την καλλιέργεια του καπνού. Από τότε οι δύο αυτοί «κόσμοι» –η ντόπα και ο καπνός– είναι αλληλεξαρτώμενοι. Η καθολική τρέλα για καπνό, που ακολούθησε την ανακάλυψη της Αμερικής από τους Ευρωπαίους, διεύρυνε σημαντικά την ανάγκη για κάνναβη και πυροδότησε την τεράστια αύξηση στο διεθνές εμπόριο που ακολούθησε.

Την ίδια περίοδο η ποντοπόρα ναυτιλία της Ευρώπης άκμασε κι αυξήθηκε η ανάγκη για κάνναβη. Τα προϊόντα από κάνναβη αποδείχτηκαν κατάλληλα για τις ανάγκες των ναυτικών πλοίων: τα πανιά, τα ξάρτια, τα σχοινιά, τα δίχτυα και οι σημαίες μπορούσαν να γίνουν όλα από αυτό το φυτό.

Ήταν τέτοια η σπουδαιότητα της κάνναβης εκείνη την εποχή, που, όταν η πρόσβαση του Βρετανικού Ναυτικού σε αυτό στην Ανατολική Ινδία κόπηκε από τους Ολλανδούς στα τέλη του 16ου αιώνα, ο βασιλιάς James Ι διέταξε τους Βορειοαμερικανούς αποίκους του να αρχίσουν να το καλλιεργούν. Έτσι η κάνναβη δεν άργησε να γίνει κύριο προϊόν καλλιέργειας στην Ανατολική Ακτή της Αμερικής και ειδικά στη Βιρτζίνια, κι όπου οι αγρότες δεν τα κατάφερναν να το καλλιεργούν δέχονταν πρόστιμα.

Πράγματι, όπως έχει τονίσει ο ιστορικός της κάνναβης, Jack Herer, το φυτό αυτό έπαιξε έναν ρόλο-κλειδί στην Αμερικανική Ιστορία. Η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας τυπώθηκε σε χαρτί από κάνναβη, ενώ οι καουμπόηδες της Άγριας Δύσης ταξίδεψαν σε κομβόι του οποίου τα βαγόνια ήταν καλυμμένα από κάνναβη. Και αργότερα ακόμη, στη μεγάλη ζήτηση χρυσού στην Καλιφόρνια το 1849, οι μεταλλοδίφες φορούσαν τα αυθεντικά Levis, που κατασκευάζονταν από κάνναβη και είχαν ανθεκτικές τσέπες, ώστε να βαστάνε τα σακουλάκια από βαριά σκόνη χρυσού που έλπιζαν να κρύβουν μέσα τους.

Η χρησιμότητα του φυτού δεν σταματά εδώ: σύδεντρα κάνναβης χρησιμοποιούταν συχνά σε αγροτικές καλλιέργειες, για να δράσουν σαν ανεμοφράκτες ή να συγκρατούν τη διάβρωση του εδάφους, ενώ ίνες από κάνναβη χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή μονωτικών πλακών, που άντεχαν και στη φωτιά και στον θόρυβο.

Μολονότι τα προϊόντα της κάνναβης καθιερώθηκαν και στις δύο μεριές του Ατλαντικού από την αρχή του 19ου αιώνα, το ενδιαφέρον Ευρωπαίων και Αμερικανών για τις ιατρικές και ψυχαγωγικές δυνατότητες του φυτού άργησε να απογειωθεί.

Οι Γάλλοι στρατιώτες πρωτοσυνάντησαν την ντόπα κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του Μεγάλου Ναπολέοντα στην Αίγυπτο το 1798. Ο Βοναπάρτης απαγόρευσε τη χρήση της κάνναβης, κάτι όμως που αγνοήθηκε συστηματικά και από τους ντόπιους και από τους δικούς του, οι οποίοι κατέληξαν να πάρουν τη συνήθεια μαζί τους πίσω στη Γαλλία.

Ενδεικτική Βιβλιογραφία

Γιώργος Οικονομόπουλος, Ψυχεδελικά ή Ψηχοδηλωτικά: LSDMESCALINEHASHISH, εκδόσεις Κοινότητα, 1980

Κλεάνθης Γρίβας, Κάνναβη, Μαριχουάνα, Χασίς, Εκδοτική Θεσσαλονίκης, 2006

Κλεάνθης Γρίβας, Πλανητική Κυριαρχία και Ναρκωτικά: Τα Ναρκωτικά ως Εργαλείο της Αμερικανικής Εξωτερικής Πολιτικής, Ιανός, 2006

Κλεάνθης Γρίβας, Αντίσταση στην Εποχή του Τίποτα, Ιανός 2006

Γιώργος Στάμκος, Mind ControlO Πόλεμος για τον Έλεγχο του Νου, Άγνωστο, 2005

Ηλίας Πετρόπουλος, Άγιο Χασισάκι, Νεφέλη 1987

Canavaccio: Κείμενα Περί της Ηδονιστικής Δρόγης, Εκδόσεις Heteron, 2009

Nick Jones, Spiffs: Α Celebration of Cannabis Culture, Chrysalis impact, 2003

Ψυχεδέλεια & Ψυχότροπα (ειδική έκδοση), Εκδόσεις ΑΓΝΩΣΤΟ 2010

*Αναδημοσίευση από το TVXS

 **  Ο Γιώργος Στάμκος είναι συγγραφέας και δημιουργός του περιοδικού Ζενίθ