Λιγότερες από 48 ώρες μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος που οδήγησε στην απελευθέρωση της κάνναβης για ψυχαγωγικούς σκοπούς στη Μασαχουσέτη, ο κ. Caron επικοινώνησε με τις Αρχές της Πολιτείας προτρέποντάς τις “να μην ανακαλύψουν τον τροχό απ’ την αρχή, αλλά να φροντίσουν ώστε η φορολόγηση της κάνναβης να γίνει μέσα από το υπάρχoν σύστημα των καπνοβιομηχανιών”.
Για την ακρίβεια ο κ. Caron, εκπρόσωπος της Northeast Association of Wholesale Distributors που εκφράζει και το λόμπι των Αμερικανικών εταιρειών τσιγάρων, αυτοπροτάθηκε για υπεύθυνος της Επιτροπής Ελέγχου της Κάνναβης της Πολιτείας. Ο κ. Caron, σύμφωνα με το Ireadculture, έχει εκτός των άλλων και την υποστήριξη της Eλβετικής εταιρείας SICPA που ασχολείται με την “πιστοποίηση των τσιγάρων” και την καταπολέμηση της λαθρεμπορίας τους,
Για την ώρα τουλάχιστον, η πρότασή του δεν έγινε δεκτή από τη Γερουσιαστή Patricia Jehlen η οποία προεδρεύει της Επιτροπής για την Κάνναβη. Κρίνοντας όμως από την ταχύτητα των καπνοβιομηχάνων όσο και από την απροκάλυπτη επιμονή τους είναι φανερό τι είναι πιθανό να συμβεί στο άμεσο μέλλον.
Ο κ. Caron δεν είναι ένας τυχαίος επιχειρηματίας, ακολουθεί το “αμερικανικό σύστημα αξιών” όπου επιχειρήσεις και κράτος είναι σχεδόν ένα και το αυτό, έτσι κατά το παρελθόν υπήρξε «εκπρόσωπος της Μασαχουσέτης» σε σειρά νομοθετικών επιτροπών επιτυγχάνοντας οι καταναλωτές να πληρώνουν φόρο κοντά στα 4 δολάρια ανά πακέτο τσιγάρων μέσω της δημιουργίας ενός «σφιχτού συστήματος φορολόγησης».
“Τα μέλη της εταιρείας μας επιθυμούν να συλλέγουν αυτά τους φόρους εκ μέρους της Πολιτείας και να πιστοποιούν τα προϊόντα της κάνναβης που προορίζονται προς πώληση”, έγραφε το βιαστικό email του κ. Caron προς την Επιτροπή Ελέγχους Κάνναβης της Μασαχουσέτης.
Ταυτόχρονα εκπρόσωποι του “ναι” στο δημοψήφισμα για την απελευθέρωση της κάνναβης, δηλώνουν ότι το σύστημα που προτείνουν οι καπνοβιομήχανοι μοιάζει πολύ με εκείνο του αλκοόλ που οδηγεί στην υπερβολική αύξηση της λιανικής τιμής πώλησης μετατρέποντας τους μεσάζοντες σε εκατομμυριούχους.
Μιλώντας για εκατομμυριούχους εν τω μεταξύ, πολλοί από αυτούς δεν αισθάνονται άνετα με την πτώση των πωλήσεων τσιγάρων στην Πολιτεία αυτή όπου τα τελευταία έξι χρόνια τα πωληθέντα πακέτα από 361 εκατομμύρια έπεσαν στα 174 εκατομμύρια πακέτα ανά έτος.
Προφανώς τα κέρδη που είχαν οι καπνοβιομήχανοι όλα τα προηγούμενα χρόνια αλλά και οι σχέσεις που “έχτισαν” με την Αμερικανική Διοίκηση τους επιτρέπουν επενδύσεις που θα αυξήσουν ξανά τα κέρδη τους τώρα που ανατέλλει ο ήλιος της κάνναβης.
Και οι καταναλωτές κινδυνεύουν στο μέλλον να βρεθούν να πληρώνουν πανάκριβα τη διασκέδασή τους, ίσως και ακριβότερα από την εποχή που απευθύνονταν στη μαύρη αγορά για χάρη της.